Χρονικό 13. ΑΙΓΑΙΟΝ – ΚΝΩΣΟΣ, ΜΥΚΗΝΑΙ, ΙΛΙΟΝ
/ENGLISH/ Chronicle 13. MYCENAE: FROM KNOSSOS TO TROY

● Stonehenge ● Δωριείς και Λαοί τής Θάλασσας ● Ελευσίνια, Καβείρια, Ορφικά Μυστήρια ● Τρωικός
και Κατάρρευση της Εποχής τού Μπρούντζου
του Μιχάλη Λουκοβίκα

Το ανάκτορο της δυναστείας των Ατρειδών στις Μυκήνες
ΩΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΟΙ ΤΩΝ ΜΙΝΩΙΤΩΝ, οι Μυκηναίοι ανέλαβαν τον έλεγχο των “Δρόμων τού Κασσίτερου” – του θαλάσσιου εμπορικού δικτύου των μετάλλων τής Δύσης. Η μεγάλη τους ακμή διήρκεσε περίπου 250 χρόνια, ως την κατάρρευση της εποχής τού μπρούντζου. Αυτό το εκτεταμένο δίκτυο είναι η εξήγηση που βρίσκουμε μυκηναϊκά τεχνουργήματα σε μεγάλες αποστάσεις, πέραν των ορίων τού μυκηναϊκού κόσμου: σπαθιά στη “μακρινή” Γεωργία τού Καυκάσου· ένα αντικείμενο από ήλεκτρον εγχάρακτο με σύμβολα της Γραμμικής Β στη Βαυαρία τής Γερμανίας· διπλοί πελέκεις και άλλα είδη τού 13ου αιώνα ΠΚΧ, σε Αγγλία (Wessex και Κορνουάλλη) και Ιρλανδία. Υπάρχουν πειστικά στοιχεία πως, κατά την τελική φάση των εργασιών τού Stonehenge, στο Wiltshire, γύρω στο 1600 ΠΚΧ, οι χτίστες είχαν εμπορικές δοσοληψίες με τους “μεγάλους μεσογειακούς πολιτισμούς τής εποχής”, όπως έγραψε ο Gerald Hawkins, ήτοι: “τη μινωική Κρήτη, τη μυκηναϊκή Ελλάδα, την Αίγυπτο, και τους προγόνους των γυρολόγων πραγματευτών Φοινίκων”… Στο νεκροταφείο τού Stonehenge, έχουν βρεθεί μεταξύ άλλων ο τάφος ενός Μεσογείου εφήβου, που πέθανε γύρω στο 1550 ΠΚΧ, και διάφορα είδη μεσογειακής προέλευσης.

Ηλιοβασίλεμα στο Stonehenge
● Άρα, κατά τον Hawkins, οι Μυκηναίοι συγκαταλέγονταν στους θαλασσοπόρους εμπόρους μεγάλου “βεληνεκούς”, ακόμη και πριν από την κατάκτηση της μινωικής Κρήτης, ενώ οι Φοίνικες (ή μάλλον: “οι πρόγονοι των γυρολόγων πραγματευτών Φοινίκων”, όπως λέει) έκαναν τα πρώτα τους βήματα. Ο Άγγλος αστρονόμος και συγγραφέας έγινε διάσημος για το έργο του στον τομέα τής αρχαιοαστρονομίας.(α) Το 1965 εξέδωσε μιαν ανάλυση σχετικά με το Stonehenge, και ήταν ο πρώτος που διετύπωσε την άποψη πως αποτελούσε αρχαίο αστρονομικό παρατηρητήριο, για την πρόβλεψη των κινήσεων του ήλιου και των αστέρων.
- (α) Η αρχαιοαστρονομία μελετά τους τρόπους που οι άνθρωποι, κατά το παρελθόν, “κατανόησαν, ή εκμεταλλεύτηκαν τα ουράνια φαινόμενα, καθώς και τον ρόλο που έπαιζε η ουράνια σφαίρα στον πολιτισμό τους.”
Η μυκηναϊκή περίοδος (περίπου 1600–1100 ΠΚΧ) αποτελεί το ιστορικό πλαίσιο μεγάλου μέρους τής ελληνικής γραμματείας και μυθολογίας, όπως ο επικός κύκλος και η ελληνική τραγωδία. Οι ιστορικοί συνηθίζουν ν’ αποδίδουν την κατάρρευση σε κάποιαν εξέγερση, ή την κάθοδο μιας άλλης φυλετικής ομάδας των Ελλήνων, των Δωριέων, παρ’ όλο που τουλάχιστον μια μυκηναϊκή πόλη, η Πύλος, μάλλον καταστράφηκε από τους λεγόμενους Λαούς τής Θάλασσας. Επίσης διατυπώνονται θεωρίες φυσικών καταστροφών, ή ξηρασίας σε μεγάλη κλίμακα, που ίσως να συνέβαλαν και αυτές στην κατάρρευση. Οι μετακινήσεις πληθυσμών την εποχή εκείνη, από Βαλκάνια, Αιγαίο και Μικρά Ασία προς την Εγγύς Ανατολή, είναι αναντίρρητο ιστορικό γεγονός. Σύμφωνα με την θεωρία των εσωτερικών παραγόντων, ο μυκηναϊκός πολιτισμός κατέρρευσε στην πορεία κοινωνικών συγκρούσεων, που ξέσπασαν λόγω της απόρριψης του ανακτορικού συστήματος από τα υποπρονομιούχα κοινωνικά στρώματα, τα οποία είχαν βυθιστεί στην απόλυτη ένδεια, στο φινάλε τής περιόδου αυτής. Μια άλλη υπόθεση συνδυάζει τις κοινωνικές με τις φυλετικές αντιθέσεις. Στο πλαίσιο αυτό, αξίζει να τονιστεί πως με την έναρξη της εποχής τού σιδήρου, τα όπλα παράγονταν σε μεγάλες ποσότητες, ήταν σχετικά φτηνά και προσιτά σε όλους. Τα σιδερένια όπλα δεν ήταν το ίδιο καλά με τα μπρούντζινα, όμως μπορούσαν κάλλιστα να σκοτώσουν (βλέπε το προηγούμενο Χρονικό 12).

Ηρακλής
● Η κάθοδος των Δωριέων αποτελεί υπόθεση εργασίας των αρχαίων Ελλήνων ιστορικών, στην προσπάθειά τους να εξηγήσουν τους λόγους που οι προκλασικές διάλεκτοι και παραδόσεις τής νότιας Ελλάδας, αντικαταστάθηκαν από εκείνες οι οποίες κυριάρχησαν κατά την κλασική εποχή. Σύμφωνα μ’ έναν ελληνικό θρύλο, οι Δωριείς ανέλαβαν τον έλεγχο της Πελοποννήσου, κατά τη λεγόμενη “επιστροφή των Ηρακλειδών”. Το περιεχόμενο της εν λόγω θεωρίας άλλαξε αρκετές φορές, καθώς ιστορικοί, φιλόλογοι, και αρχαιολόγοι, προσπαθούσαν να εξηγήσουν τις πολιτισμικές ασυνέχειες που διαπίστωναν στους τομείς τής έρευνάς τους. Δεν έχει επίσης ακόμη σαφώς διευκρινιστεί, ο τρόπος διάδοσης της δωρικής κουλτούρας σε ορισμένα νησιά, σαν την Κρήτη. Η ιστορικότητα της καθόδου των Δωριέων παραμένει ατεκμηρίωτη, παρά τις έρευνες 200 χρόνων.

Άνδρες των Λαών τής Θάλασσας
αιχμάλωτοι στην Αίγυπτο
● Οι Λαοί τής Θάλασσας ήταν συνασπισμός θαλάσσιων επιδρομέων από τη νότια και κεντρική Ευρώπη, και από τη Μεσόγειο, ιδίως την περιοχή τού Αιγαίου, που κινήθηκαν προς ανατολάς διά θαλάσσης (αργότερα και με χερσαίες δυνάμεις), εισβάλοντας στην Χετταία, την Κύπρο, τη Συρία, την Χαναάν, και την Αίγυπτο, κι επιφέροντας την κατάρρευση της εποχής τού μπρούντζου. Ο φαραώ Μερνεφθά τούς αναφέρει ρητά με την φράση “οι ξένοι λαοί (ή και χώρες) τής θάλασσας”. Αφήνοντας τη μυκηναϊκή Ελλάδα έξω από τον κατάλογο των θυμάτων, ορισμένοι μελετητές θεωρούν ότι μπορούν να ταυτοποιήσουν τους περισσότερους από τους Λαούς τής Θάλασσας που μνημονεύονται στα αιγυπτιακά αρχεία: υποτίθεται πως ήταν: Αχαιοί (Ekwesh· αν όντως ήταν, γιατί να καταστρέψουν την Πύλο; “Επειδή ήταν Έλληνες!”, είναι η αποστομωτική απάντηση), Τυρρηνοί (Teresh, πρόγονοι των Ετρούσκων), Λύκιοι (Lukka), Σαρδηνοί (Sherden), Σικελοί (Shekelesh), Φιλισταίοι (Peleset, ή Παλαιστίνιοι), προερχόμενοι ενδεχομένως από την Κρήτη, και Τεύκροι (Tekrur), που μπορούν να θεωρηθούν είτε Τρώες, ή Έλληνες… Οι Peleset και Tekrur ήταν οι μοναδικοί πολυάριθμοι Λαοί τής Θάλασσας που εγκαταστάθηκαν μόνιμα στην Χαναάν. Σημειωτέον ότι αρκετές από τις φυλές αυτές είχαν χρησιμοποιηθεί κατά το παρελθόν, από τις αυτοκρατορίες των Αιγυπτίων και των Χετταίων, ως μισθοφορικές δυνάμεις, ή “σύμμαχοι”, προτού να στραφούν εναντίον τους. (Για περισσότερα στοιχεία βλέπε τα επόμενα δυο Χρονικά).

Μυκηναία με προτεταμένο το στήθος αλλά…
όχι τόσο απροκάλυπτα όσο οι Κρητικές!
Οι μυκηναϊκοί οικισμοί δεν περιορίζονταν στη νότια Ελλάδα· εμφανίστηκαν επίσης στην Ήπειρο, τη Μακεδονία, σε νησιά τού Αιγαίου, στα παράλια της Μικρασίας, στην Κύπρο, την Χαναάν, και την Ιταλία. Οι πόλεις ήταν καλά οχυρωμένες, σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε στη μινωική Κρήτη. Τα ωραιότερα μυκηναϊκά ανάκτορα ανασκάφηκαν στις Μυκήνες, την Τίρυνθα και την Πύλο. Διαδέχθηκαν τα μινωικά ανάκτορα, αλλά ήταν κατώτερά τους. Η καρδιά τού παλατιού ήταν το μέγαρον, ήτοι η αίθουσα του θρόνου. Τ’ ανάκτορα ήταν διώροφα, όπως φαίνεται από τις σκάλες που βρέθηκαν στην Πύλο. Στον πάνω όροφο ήταν, προφανώς, τα ιδιωτικά διαμερίσματα της βασιλικής οικογένειας. Ο μονάρχης, ο ἄναξ (θείος κύριος, ηγεμών, οικοδεσπότης), μια λέξη που την βρίσκουμε και στον ‘Ομηρο, φαίνεται πως κατείχε υπέρτατη εξουσία. Ο ρόλος του ήταν στρατιωτικός, δικαστικός, και θρησκευτικός. Τα συμφραζόμενα της λέξης αυτής, σε κείμενα που έχουν να κάνουν με προσφορές, υποδηλώνουν πως οι ηγεμόνες λατρεύονταν.
Πέραν τούτου, ωστόσο, δεν έχουμε εντοπίσει καμιά τάξη στον ρόλο τού ιερατείου. Ένα σχετικό πρόβλημα είναι η εξεύρεση κάποιου χώρου λατρείας με βεβαιότητα. Φαίνεται πως πάρα πολλές μινωικές θεότητες και θρησκευτικές δοξασίες συγχωνεύθηκαν στη μυκηναϊκή θρησκεία, τη μητέρα τής θρησκείας τής κλασικής Ελλάδας. Βάσει μιας προελληνικής λατρείας τής βλάστησης με μινωικά στοιχεία, καθιερώθηκαν κατά τη μυκηναϊκή περίοδο τα Ελευσίνια μυστήρια. Η Δήμητρα και άλλοι θεοί εμφανίζονται σε αρκαδικούς μύθους ως ζωόμορφοι. Παραστάσεις πομπών, με προσωπεία ζώων, ή “δαιμόνων”, μας θυμίζουν τον ελληνικό μύθο τού Μινώταυρου. Ο Διόνυσος, ο μοναδικός θεός που πεθαίνει για να ξαναγεννηθεί, όπως συχνά εμφανίζεται στις θρησκείες τής Ανατολής, σχετίζεται με τον μινωικό μύθο τού “Θείου Βρέφους”, που η μητέρα του το εγκαταλείπει και το ανατρέφει η ίδια η Φύση.(β) Η μυκηναϊκή ζωγραφική επηρεάστηκε καταλυτικά από τη μινωική. Στις Μυκήνες, αλλά και την Τίρυνθα, βρέθηκαν νωπογραφίες ταυροκαθαψίων. Υπήρχε μια σημαντική διαφορά, όμως: οι Μυκηναίοι απεικόνιζαν τα ζώα μόνο σε συνάρτηση με τον άνθρωπο, ή ως θηράματα κυνηγιού, κάτι που δείχνει πόσο διαφορετική ήταν η σχέση τους με την φύση συγκριτικά με τους Μινωίτες.

Πομπή λεοντοκέφαλων “δαιμόνων” με σπονδές προς την θεά που υψώνει τελετουργικό σκεύος. Στον ουρανό ο ηλιακός τροχός και η ημισέληνος. Χρυσό σφραγιστικό δαχτυλίδι,
το μεγαλύτερο του μυκηναϊκού κόσμου, από την Τίρυνθα, αλλά φτιαγμένο από μινωικό εργαστήρι (15ος αιώνας ΠΚΧ).
- (β) Το “Θείον Βρέφος”, ο “Μωυσής βρέφος”, ο Habis, γιος τού Οδυσσέα και της Καλυψώς (μιλάμε γι’ αυτόν ταξιδεύοντας στην Ιβηρία, βλέπε Περιήγηση 3η και Χρονικό 16), και άλλες ανάλογες ιστορίες, κάθε άλλο παρά μοναδικές είναι, αφού απαντώνται σε πολλούς πολιτισμούς, βάσει της ίδιας ιδέας, αλλά όχι αναγκαστικά και της ίδιας προέλευσης. Κάτι ανάλογο συμβαίνει στους μύθους τού Κατακλυσμού, που γέννησαν οι πρωτοφανείς πλημμύρες κατά το τελευταίο λιώσιμο των πάγων, θέμα πολύ διαδεδομένο επίσης σε όλον τον κόσμο. Ο Ουτναπιστίμ, ο Δευκαλίων, ο Νώε, και τόσοι άλλοι, είναι πρωταγωνιστές διαφορετικών εκδοχών τής ίδιας ιστορίας. Και είναι κρίμα που οι σύγχρονοι Έλληνες είναι πιο εξοικειωμένοι με τον Νώε, παρά με τον Δευκαλίωνα. Ο λόγος είναι πως οι ιστορίες αυτές αντιμετωπίζονται ως μύθοι, εκτός από εκείνες της Βίβλου, που θεωρούνται “ιερές”. Όμως, τι άλλο είναι η Βίβλος εκτός από εβραϊκή μυθολογία;
● Τα Ελευσίνια μυστήρια ήταν τελετές μύησης, που γίνονταν κάθε χρόνο στην Ελευσίνα, στο πλαίσιο της λατρείας τής Δήμητρας και της Περσεφόνης. Απ’ όλα τα μυστήρια των αρχαίων χρόνων, αυτά θεωρούνταν τα σπουδαιότερα. Προέλευσή τους ήταν μάλλον μια παλιά αγροτική λατρεία, που πιθανότατα αναγόταν στη μυκηναϊκή, ή και τη μινωική περίοδο. Τα μυστήρια αναφέρονταν στον μύθο τής αρπαγής τής “κόρης” από τον βασιλιά τού κάτω κόσμου, τον Άδη, σ’ έναν κύκλο με τρεις φάσεις: “κάθοδο”, “αναζήτηση”, και “ανάβαση”, όταν η Περσεφόνη έσμιγε και πάλι με τη μητέρα της. Η ανάστασή της συμβόλιζε την αναγέννηση κάθε μορφής ζωής. Το τυπικό, οι τελετουργίες, και τα πιστεύω των μυστών, καλύπτονταν από μυστικότητα. Γνωρίζουμε, όμως, πως οι τελετές συνοδεύονταν από οράματα κι επικλήσεις για “μετά θάνατον ζωή”. Γι’ αυτό, ορισμένοι μελετητές αποδίδουν την απήχηση και μακροημέρευσή τους στην χρήση ψυχεδελικών ουσιών. Οι μοναδικές προϋποθέσεις για συμμετοχή στα μυστήρια ήταν να μην βαρύνει κάποιον “ενοχή αίματος”, δηλαδή να μην είχε διαπράξει φόνο, και να μην ήταν “βάρβαρος” (να ήταν γνώστης τής ελληνικής). Αυτό, πάντως, δεν εμπόδισε τη διάδοση της γιορτής αργότερα στην Ρώμη. Σημειωτέον πως η μύηση επιτρεπόταν και στις γυναίκες, ακόμα και στους σκλάβους. Συγκριτικές μελέτες παραλληλίζουν αυτές τις ελληνικές τελετές με παρόμοια συστήματα της Εγγύς Ανατολής, όπως οι λατρείες τής Ίσιδας και του Όσιρι στην Αίγυπτο, τα συριακά και τα περσικά αντίστοιχά τους και, φυσικά, τα θρακο-φρυγικά Καβείρια μυστήρια.

Ο Αγαμέμνων μυείται στα Καβείρια.
● Οι Κάβειροι ήταν αινιγματικές χθόνιες θεότητες, προστάτιδες των ναυτικών, που εισήχθησαν στις ελληνικές τελετουργίες, διατηρώντας ταυτόχρονα χεττιτικά, καθώς και πρωτο-ετρουσκικά στοιχεία. Η μυστηριακή τους λατρεία συνδεόταν στενά μ’ εκείνην του Ηφαίστου, έχοντας ως επίκεντρο τα νησιά τής Σαμοθράκης και της Λήμνου, στο βόρειο Αιγαίο, καθώς και την Θήβα. Υπήρχαν και άλλοι τόποι λατρείας, όπως λ.χ. η Ίμβρος και η Σευθόπολις της Θράκης, ή διάφορες περιοχές τής Μακεδονίας, της Μικράς Ασίας, και του λοιπού Αιγαίου. Η μυστηριακή λατρεία τής Σαμοθράκης εξαπλώθηκε κατά την ελληνιστική περίοδο, φτάνοντας τελικά στη μύηση και Ρωμαίων. Καθώς η προέλευση της λατρείας δεν ήταν ελληνική, γίνονταν δεκτοί και “βάρβαροι”: για να μυηθεί κανείς δεν υπήρχαν προϋποθέσεις ηλικίας, φύλου, κοινωνικής θέσης, ή εθνικής καταγωγής. Οι πάντες, άνδρες και γυναίκες, ενήλικες και ανήλικοι, ελεύθεροι ή δούλοι, Έλληνες και μη, μπορούσαν να συμμετάσχουν.(γ) Άλλωστε, όχι μόνον οι Σαμοθράκες, αλλά και οι Λήμνιοι, δεν ήταν ελληνικής καταγωγής: οι Λήμνιοι σχετίζονταν πιθανότατα με τους Ετρούσκους. Εξελληνίστηκαν κατά τον 6ο ΠΚΧ αιώνα, που η Αθήνα κατέκτησε το νησί, μα η λατρεία των Καβείρων επέζησε του προγράμματος εξελληνισμού. Οι Σαμοθράκες συνδέονταν με τους Τρώες και τους Πελασγούς. Στο Ιερόν των Μεγάλων Θεών χρησιμοποιούσαν κάποια “βαρβαρική”, λεγόμενη, γλώσσα, ακόμη και κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους.(δ) Η Θήβα συνδεόταν με τη Σαμοθράκη μέσω των γάμων τού Κάδμου και της Αρμονίας, που καταγόταν από το νησί. Οι Κάβειροι παρουσιάζουν επίσης πολλές ομοιότητες με άλλες μυθικές φυλές, όπως οι Τελχίνες, οι Κύκλωπες, οι Δάκτυλοι, οι Κορύβαντες, και οι Κουρήτες. Αυτές οι ομάδες συχνά συγχέονταν ή ταυτίζονταν, καθώς μάλιστα σχετίζονταν πολλές από αυτές με τη μεταλλουργία – όπως και ο Ήφαιστος.
- (γ) Σαμοθρακικό ανάγλυφο με τον Αγαμέμνονα να μυείται στα Καβείρια, ενισχύει την ιδέα πως τα Ελευσίνια προέκυψαν από τα Καβείρια, μέσω Θρακών εγκατεστημένων στην Ελευσίνα.
- (δ) Η περίφημη Φτερωτή Νίκη τής Σαμοθράκης (± 200–190 ΠΚΧ) ήταν στημένη στο Ιερόν των Μεγάλων Θεών, σε ανυψωμένη βάση σαν πρύμνη πλοίου.
● Τα Ορφικά μυστήρια ίσως να είχαν επίσης αφετηρία τα Καβείρια. Επρόκειτο για θρησκευτικές πεποιθήσεις και πρακτικές, που προέρχονταν από τον κόσμο των Ελλήνων και των Θρακών, συνδεόμενες με ποίηση που αποδιδόταν στον μυθικό μουσικό και ποιητή Ορφέα, ο οποίος είχε κατεβεί στον Άδη για την αγαπημένη του Ευρυδίκη, και κατόρθωσε να επιστρέψει. Για τον ίδιο λόγο, οι Ορφικοί τιμούσαν επίσης την Περσεφόνη και τον Διόνυσο. Όπως και στα Ελευσίνια, η μύηση στον Ορφισμό συνδεόταν με μια “μετά θάνατον ζωή”.(ε)

Ιδού ο “Μεσσίας” τού χριστιανικού όχλου, ο Αλάριχος, μπαίνοντας έφιππος και… πάνοπλος στην Αθήνα.
- (ε) Ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος Α΄ διέταξε το 390 ΚΧ τον στρατό του να διαπράξει μια από τις πιο αποτρόπαιες σφαγές στην Ιστορία, δολοφονώντας τουλάχιστον 7.000 Θεσσαλονικείς στον Ιππόδρομο, επειδή είχαν εξεγερθεί εναντίον τής γερμανικής του φρουράς. Για να εξιλεωθεί, δυο χρόνια αργότερα έκλεισε τ’ αρχαία ιερά με διάταγμα, επιβάλλοντας τον χριστιανισμό ως μοναδική θρησκεία, και καταργώντας το Διάταγμα των Μεδιολάνων περί ανεξιθρησκίας. Χάρη, λοιπόν, στον Θεοδόσιο τον “Άγιο” (για την Εκκλησία), ή τον “Μέγα” (για την Ιστορία), οι χριστιανοί, μόλις γλίτωσαν τους διωγμούς, ξεκίνησαν οι ίδιοι να διώκουν όλους τους άλλους! Τα τελευταία απομεινάρια των μυστηρίων εξαλείφθηκαν το 396, όταν ο βασιλιάς Αλάριχος εισέβαλε στην Ελευσίνα, συνοδεία Χριστιανών “με τα μαύρα ράσα” – οι “Μελανοχίτωνες” της εποχής – βεβηλώνοντας τους αρχαίους ναούς και σκοτώνοντας όλους τους ιερείς… Ο Γότθος “Μεσσίας” τού χριστιανικού όχλου μπήκε θριαμβευτικά στην Αθήνα, αφού ρήμαξε όλη την Αττική, εισέβαλε στην Πελοπόννησο, πούλησε στα σκλαβοπάζαρα Σπαρτιάτες, Κορίνθιους, Αργείους κ.ά., κι έπειτα διέσχισε τον Κορινθιακό, καθ’ οδόν προς την Ήπειρο. Σταμάτησε τις σφαγές και τις λεηλασίες, μόνον όταν έγινε magister militum (στρατηλάτης) τού Βυζαντίου. Φτηνά πουλήθηκε μάλλον: του έπρεπε… αγιοποίηση! (Βλέπε Χρονικό 17*, σχετικά με τον βίαιο εκχριστιανισμό τής αυτοκρατορίας μέσω της γενοκτονίας των Ελλήνων).
● Σημειώστε πως οι πλείστοι αυτοκράτορες της Θεοδοσιανής Δυναστείας, όπως και οι έσχατοι της Ρώμης, ήταν μαριονέτες διαφόρων Γερμανών magistri militum, που ανεβοκατέβαζαν πειθήνια όργανά τους στον θρόνο, με χαρακτηριστικές περιπτώσεις τον Aspar στην Ανατολή, και τον Ricimer στη Δύση.

Η ζωφόρος με τις χορεύτριες από το Τέμενος της Σαμοθράκης.
Η μυκηναϊκή εμπορική ναυτιλία “απογειώθηκε” μόλις κατέρρευσαν οι Μινωίτες. Μετά από την κατάκτηση της Κρήτης, η παραγωγή προϊόντων που προορίζονταν για εξαγωγή αυξήθηκε σημαντικά…

Μυκηναϊκή στάμνα με χταπόδι και ψάρια
ΚΑΤΑ ΠΕΡΙΕΡΓΟ ΤΡΟΠΟ, ΤΟ ΕΜΠΟΡΙΟ απουσιάζει από τις γραπτές πηγές στην Γραμμική Β. Ξέρουμε, πάντως, πως οι Μινωίτες εξήγαγαν εκλεκτά υφάσματα στην Αίγυπτο. Αναμφίβολα, οι Μυκηναίοι θα έκαναν το ίδιο. Προφανώς, δανείστηκαν γνώσεις κι εμπειρία στον τομέα τής ναυσιπλοΐας από τους Μινωίτες. Είναι γεγονός πως η εμπορική τους ναυτιλία “απογειώθηκε” μόλις κατέρρευσε ο μινωικός πολιτισμός. Φαίνεται πως ορισμένα προϊόντα, κυρίως υφάσματα, λάδι, ή ακόμη και μεταλλικά είδη, παράγονταν σε τόσο μεγάλες ποσότητες, ώστε ήταν αδύνατον να καταναλωθούν στο εσωτερικό τού βασιλείου· άρα, προορίζονταν για εξαγωγή. Τ’ αγγεία παράγονταν επίσης μαζικά. Ιδίως μετά από την κατάκτηση της μινωικής Κρήτης, η παραγωγή αυξήθηκε σημαντικά, ειδικά στην Αργολίδα, την περιοχή των Μυκηνών, με μεγάλες ποσότητες να πουλιούνται εκτός Ελλάδας. Τα είδη που προορίζονταν για εξαγωγή ήταν σαφώς πολυτελέστερα και καλοδουλεμένα, με ζωγραφιστές διακοσμήσεις και μυθικά, πολεμικά, ζωικά, κ.ά. μοτίβα. Το μυκηναϊκό δίκτυο εκτεινόταν ως τη νότια Ισπανία, την Βρετανία, και την κεντρική Ευρώπη, ενώ αγγεία τους βρέθηκαν στη Σαρδηνία, τη Σικελία, τη νότια Ιταλία, το Αιγαίο, τη Μικρά Ασία (μεταξύ άλλων στον παλιό οικισμό τής Μιλήτου, όπου έχουν ανασκαφεί μινωικά και μυκηναϊκά κεραμικά υψηλής ποιότητας), σε άλλα μέρη τής Ανατολίας, την Κύπρο, την Χαναάν, την Αίγυπτο. Το εξωτερικό εμπόριο των Μινωιτών και Μυκηναίων αποτελεί ένα από τα σπουδαιότερα κεφάλαια της ιστορίας τής εποχής τού μπρούντζου, και ανοιχτή πρόκληση για όλους τους αρχαιολόγους.
Ως κατακτητές τής Κρήτης, οι Μυκηναίοι έγιναν μεν κληρονόμοι τής μινωικής θαλασσοκρατορίας, όμως δεν κράτησαν πολύ. Ο Τρωικός πόλεμος, που κατά τον Ερατοσθένη διεξήχθη το 1194–1184 ΠΚΧ,(ς) οι επιδρομές των Λαών τής Θάλασσας, και η μεγάλη αστάθεια της εποχής, οδήγησαν στην πτώση τους, κατά την κατάρρευση της εποχής τού μπρούντζου. Η μετάβαση στην εποχή τού σιδήρου, κατά την άποψη πολλών ιστορικών, ήταν βίαιη κι αιφνίδια, προκαλώντας πολιτισμικές ρήξεις. Μεσολάβησε ένα ιστορικό χάσμα, και στην θέση των ανακτορικών πολιτισμών Αιγαίου και Ανατολίας, εμφανίστηκαν απομονωμένες αγροτικές κοινωνίες τής λεγόμενης “γεωμετρικής” εποχής, ή των “ελληνικών σκοτεινών χρόνων” – που ήταν όντως σκοτεινοί, αλλά όχι μόνον ελληνικοί. Μέσα σε μόλις 50 χρόνια, στο πρώτο μισό τού 12ου αιώνα ΠΚΧ, ο αφανισμός τού κόσμου των Μυκηναίων και Χετταίων, η καταστροφή στη Συρία, την Χαναάν, και την Αίγυπτο, και η πολιτισμική κατάπτωση που επακολούθησε, είχαν ως αποτέλεσμα να μην χρησιμοποιούνται πλέον οι εμπορικοί δρόμοι, και ν’ αυξηθεί ο αναλφαβητισμός αλματωδώς. Η μυκηναϊκή γραφή, η Γραμμική Β, ξεχάστηκε. Οι Έλληνες θα ήταν υποχρεωμένοι να επινοήσουν εκ νέου την γραφή στα τέλη τού 9ου, ή τις αρχές τού 8ου αιώνα.(ζ) Είναι η περίοδος κατά την οποία όλες σχεδόν οι πόλεις καταστράφηκαν διά της βίας, και σε πολλές περιπτώσεις έπαψαν πλέον να κατοικούνται, όπως η χεττιτική πρωτεύουσα Χαττούσα, οι Μυκήνες, αλλά και η Ουγκαρίτ. Η Τροία καταστράφηκε τουλάχιστον δυο φορές προτού να εγκαταλειφθεί. Οι οικισμοί έγιναν λιγότεροι και μικρότεροι, κάτι που αποδίδεται σε λιμούς και πολέμους, με συνέπεια τον αποδεκατισμό των ανθρώπων.

- (ς) Ο Ἐρατοσθένης ο Κυρηναίος (± 276–195 ΠΚΧ) ήταν γεωγράφος, αστρονόμος, μαθηματικός, θεωρητικός τής μουσικής και ποιητής (χαρακτηριστική περίπτωση της σφαιρικής γνώσης και της πολυμάθειας των αρχαίων επιστημόνων). Πρώτος αυτός υπολόγισε την περιφέρεια της Γης και την κλίση τού άξονά της μ’ εντυπωσιακή ακρίβεια. Υπολόγισε μάλλον επακριβώς και την απόσταση της Γης από τον Ήλιο. Ήταν ο πρώτος που χρησιμοποίησε τον όρο γεωγραφία, επινόησε ένα σύστημα γεωγραφικού γεωγραφικού πλάτους και μήκους, κι έφτιαξε τον πρώτο παγκόσμιο χάρτη με παράλληλους και μεσημβρινούς, βάσει των διαθέσιμων γεωγραφικών γνώσεων της εποχής. Επινόησε το δίσεκτο έτος, και υπήρξε ο ιδρυτής τής επιστημονικής χρονολογίας, στην προσπάθειά του να προσδιορίσει χρονικά τα κυριότερα πολιτικά και πολιτιστικά γεγονότα από την άλωση της Τροίας.
● Ο Ερατοσθένης διετέλεσε και βιβλιοθηκάριος της Μεγάλης Βιβλιοθήκης τής Αλεξάνδρειας στην πτολεμαϊκή Αίγυπτο. Δυστυχώς, αυτό το σπουδαίο κέντρο επιστήμης και μάθησης του αρχαίου κόσμου καταστράφηκε επανειλημμένα από τους Ρωμαίους (τον Ιούλιο Καίσαρα το 48 ΠΚΧ, και τον αυτοκράτορα Αυρηλιανό τον 3ο αιώνα ΚΧ), τους Χριστιανούς (τον Βυζαντινό αυτοκράτορα Θεοδόσιο και τον πατριάρχη Θεόφιλο το 391), όπως και τους Μουσουλμάνους Άραβες (τον Αμρ ιμπν αλ-Ας το 642). Η απώλεια γνώσεων για την ανθρωπότητα υπήρξε όχι μόνον τεράστια, αλλά και ανεπανόρθωτη.

Ο χάρτης τού Ερατοσθένους

Πινακίδα με σύμβολα της Γραμμικής Β
- (ζ) Το ελληνικό αλφάβητο στηρίχθηκε, μάλλον, στο φοινικικό “αλφάβητο”, και γέννησε με τη σειρά του διάφορες ευρωπαϊκές και μεσανατολικές γραφές, όπως η λατινική και η κυριλλική. Κατά την προσαρμογή, ωστόσο, του φοινικικού συστήματος στα ελληνικά, σημειώθηκε μια πολύ σημαντική καινοτομία, που δεν ήταν άλλη από την χρήση γραμμάτων για τα φωνήεντα. Οι Έλληνες αναγκάστηκαν να επαναλάβουν την ίδια καινοτομία δυο φορές, επειδή ακριβώς τα φωνήεντα είναι σημαντικά στην γλώσσα τους. Προσαρμόζοντας τη μινωική Γραμμική Α στις δικές τους ανάγκες, οι Μυκηναίοι δανείστηκαν 87 κρητικά σύμβολα: τα πέντε απέδιδαν φωνήεντα και τα 82 συλλαβές. Η Γραμμική Α δεν έχει ακόμη αποκρυπτογραφηθεί, κι έτσι δεν ξέρουμε αν αυτή η λαμπρή ιδέα των γραμμάτων για τα φωνήεντα υπήρξε κρητική ή ελληνική. Βάσει του ορισμού που γίνεται αποδεκτός σήμερα, κι εξαιτίας αυτής της καινοτομίας, το πρώτο αλφάβητο, με την πραγματική σημασία τής λέξης, υπήρξε το ελληνικό, σε αντίθεση με τα σημιτικά “αλφάβητα”, τα λεγόμενα abjad (από την αραβική λέξη για το “αλφάβητο”), που είναι αμιγώς “συμφωνικά”, δηλαδή αποδίδουν μόνον τα σύμφωνα. Το φοινικικό abjad ανήκε στην οικογένεια των συγγενικών δυτικών σημιτικών γραφών.
Ο Τρωικός πόλεμος δεν υπήρξε παρά μια μόνο πράξη αυτής της τραγωδίας σε τεράστια κλίμακα, και με την εμπλοκή πολλών εθνοτήτων: οι πολεμιστές τής συμμαχίας των Τρώων, όπως απεικονίζονται στην Ιλιάδα, μιλούν διάφορες γλώσσες και, ως εκ τούτου, οι διοικητές τους χρειάζεται να μεταφράζουν τις διαταγές. Αντίθετα, για την αντίπαλη πλευρά, η τρωική εκστρατεία κάθε άλλο παρά πανελλήνια ήταν: ακόμη και ο Αχιλλεύς, ο μέγας ήρωας, προσπάθησε ν’ αποφύγει την “στράτευση”, μεταμφιεσμένος… κορίτσι στο παλάτι τής Σκύρου! Αλλά και ο Οδυσσεύς, που τον αποκάλυψε, είχε προσποιηθεί πως τρελάθηκε, για ν’ αποφύγει τον πόλεμο… Περιοχές όπως η Μακεδονία, η Ήπειρος, κι εν μέρει η Θεσσαλία, απείχαν, επειδή, πιθανόν, βρίσκονταν υπό τον έλεγχο των Δωριέων, οι οποίοι θα πραγματοποιούσαν λίγο αργότερα την κάθοδό τους στην Πελοπόννησο, καλύπτοντας το κενό που θα δημιουργούσε ο αφανισμός των Μυκηναίων. Όλα τ’ ανάκτορα καταστράφηκαν, αλλά και ως το 90% των μικρών οικισμών εγκαταλείφθηκαν, γεγονός που υποδηλώνει συρρίκνωση του πληθυσμού σε μεγάλη κλίμακα. Η Αθήνα και ορισμένες άλλες πόλεις συνέχισαν να κατοικούνται, αλλά με μια σφαίρα επιρροής μάλλον τοπικής εμβέλειας, με περιορισμένες συναλλαγές, και τον πολιτισμό σε κατάπτωση, κατάσταση από την οποία χρειάστηκαν αιώνες για ν’ ανακάμψουν.
Εκείνοι οι σκοτεινοί χρόνοι κράτησαν πάνω από 400 χρόνια. Από το 1100 ΠΚΧ και μετά, η αγγειοπλαστική στερείται τον διάκοσμο των μορφών τής μινωικής και μυκηναϊκής κεραμικής, και περιορίζεται σε απλούστερες μορφές, γενικά γεωμετρικές (1000-700 ΠΚΧ). Είναι ο λόγος για τον οποίο η εποχή ονομάζεται γεωμετρική, ή και ομηρική, λόγω της δημιουργίας των επών τού Ομήρου, περί τον 8ο αιώνα ΠΚΧ, και του επικού κύκλου στο σύνολό του. Τα πρώτα σημάδια ανάκαμψης της Ελλάδας ήταν η εμφάνιση των πόλεων, κατά τον 9ο αιώνα, σε συνδυασμό με τα έπη, ως απόρροια του νέου αλφαβήτου, εμπνευσμένα κυρίως από τον Τρωικό και τις επιπτώσεις του – ιστορίες που αργότερα θα τροφοδοτούσαν την φαντασία των τραγωδών.
Η συμφορά ήταν ακόμα πιο εκτεταμένη στην Ανατολία. Σε κάθε σημαντικό οικισμό εντοπίζουμε στρώμα καταστροφής. Εδώ ο πολιτισμός ίσως και να χρειάστηκε μια χιλιετία για ν’ ανακάμψει στο επίπεδο των Χετταίων. Η Κύπρος υπέστη δύο κύματα καταστροφής: από τους Λαούς τής Θάλασσας, γύρω στο 1230, και από Αιγαίους πρόσφυγες, περί το 1190 ΠΚΧ. Στη Συρία, η Ουγκαρίτ κάηκε ολοσχερώς. Επιπλέον, οι παράλιες πόλεις βόρεια της Γάζας βυθίστηκαν στον όλεθρο. Ωστόσο, οι επιδρομές, όλως περιέργως, δεν είχαν επιπτώσεις στις φοινικικές πόλεις: περιορίστηκαν μόνον στη νότια Χαναάν. Η Ασσυρία, που προστατευόταν από πανίσχυρο στρατό, έμεινε επίσης ανέπαφη. Αποσύρθηκε, όμως, στα σύνορά της για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Όσον αφορά την Αίγυπτο, παρ’ όλο που νίκησε τους εισβολείς κι επέζησε για κάποιο διάστημα, υπέκυψε λίγο αργότερα.

Η περίφημη Φτερωτή Νίκη τής Σαμοθράκης
Ο Robert Drews περιγράφει την κατάρρευση ως την “χειρότερη καταστροφή στην αρχαία ιστορία, ακόμα πιο ολέθρια από την πτώση τής δυτικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.” Αρκετοί, νοσταλγικά αναπολώντας, μίλησαν για την “χρυσή εποχή που χάθηκε”, αναφερόμενοι στις πολιτισμικές μνήμες από τους χρόνους τής καταστροφής. Ο Ησίοδος περιέγραψε τις Εποχές Χρυσού, Αργύρου, και Ορειχάλκου, αλλά και την ενδιάμεση Εποχή των Ηρώων, που προηγήθηκε του σύγχρονου σκληρού, απάνθρωπου κόσμου τής Εποχής τού Σιδήρου. Φαίνεται πως, ως αποτέλεσμα της κατάρρευσης της Εποχής τού Μπρούντζου, η πλήρης αποδιοργάνωση του θαλάσσιου εμπορίου μεγάλων αποστάσεων, πτυχή τής λεγόμενης “συστημικής κατάρρευσης”, διέκοψε τις απρόσκοπτες προμήθειες κασσίτερου, καθιστώντας αδύνατη την παραγωγή μπρούντζου.
Η αποδιοργάνωση του εμπορίου διέκοψε τις απρόσκοπτες προμήθειες κασσίτερου, καθιστώντας αδύνατη την παραγωγή μπρούντζου.
Like this:
Like Loading...