Περιήγηση 7. Η… “ΓΛΩΣΣΑ-ΗΛΙΟΣ”
/ENGLISH/ Voyage 7. THE… “SUN LANGUAGE”

Καλλιγραφικό “δέντρο τής ζωής”
(Τουρκία, 1897-98)
● Γλωσσολογία à la Τurca ● İsmail Beşikçi και Κούρδοι ● Αιγυπτιακή, Περσική, Ελληνική, Βυζαντινή, Αραβική, Τουρκική Μουσική ● Θρησκεία και Γλώσσα: Αφομοίωση ● Σχολές Αραβικής Μουσικής
του Μιχάλη Λουκοβίκα
-
“ΧΕΤΤΑΙΟΙ, ΣΟΥΜΕΡΙΟΙ, ΑΙΓΥΠΤΙΟΙ, Ρωμαίοι, Ινδοί και Κινέζοι οφείλουν όλοι τους την ύπαρξή τους στην τουρκική φυλή. Ο πολιτισμός και η γλώσσα τους δημιουργήθηκαν από τους Τούρκους. Οι Άραβες και οι Εβραίοι είναι τουρκικής καταγωγής. Ο προφήτης Μωάμεθ ήταν επίσης Τούρκος. Και όλες οι γλώσσες τού κόσμου απορρέουν από την τουρκική, τη μητέρα όλων των γλωσσών. Κουρδική γλώσσα δεν υφίσταται. Πρόκειται απλώς για εκφυλισμένη διάλεκτο της τουρκικής. Οι Κούρδοι δεν είναι παρά ορεσίβιοι Τούρκοι”…
Παράκρουση μεγαλομανίας; Αναμφίβολα. Αλλά και δείγμα… πανεπιστημιακής διατριβής! Το απόφθεγμα αυτό θα μπορούσε ν’ αποτελεί την αφετηρία μιας σύνοψης της επίσημης τουρκικής ιδεολογίας πάνω στο εθνικό ζήτημα. Σχεδόν οι πάντες στην ευρεία ζώνη τής Ευρασίας – ίσως πλην Ελλήνων, Περσών και… βαρβάρων – οφείλουν στους Τούρκους σχεδόν τα πάντα: την ίδια την ύπαρξή τους, την γλώσσα και τον πολιτισμό τους, πόσο μάλλον τη μουσική τους!
-
“Και οι Έλληνες;”, επιμένουν να ρωτάνε εναγωνίως κάποιοι Ρωμιοί, αρνούμενοι ν’ αποδεχθούν πως είτε… δεν υπήρξαν ποτέ, ή – το πιθανότερο – συγκαταλέγονται στους “Ρωμαίους” τού εν λόγω τσιτάτου, που είναι βγαλμένο από τα χρυσόδετα κιτάπια των σοφών.
-
“Το θέμα τής καταγωγής των Yunanlılar [Ιώνων], είναι λυμένο από την εποχή τού Ομήρου”, είναι η αυτάρεσκη απάντηση. “Ο μέγας ραψωδός ήταν και αυτός Τούρκος και τον έλεγαν Ομέρ. Οι Ευρωπαίοι, άλλωστε, έχουν διατηρήσει τ’ όνομά του σχεδόν αναλλοίωτο: Homer”!
Και όμως. Δεν πρόκειται για τερατουργήματα κάποιου νοσηρού μυαλού. Όσο κι αν φαίνεται απίστευτο, τα υποστηρίζουν πανεπιστημιακοί δάσκαλοι! Στην Ελλάδα η “Μεγάλη Ιδέα” έχει πεθάνει(;), αλλά στην Τουρκία ζει και βασιλεύει, και τον κόσμο (θέλει να) κυριεύει…

Πραγματικότητα: το πολύμορφο ψηφιδωτό των λαών και γλωσσών τής Ανατολίας (οι απόγονοί
τους ζουν ακόμη στη Μικρασία). Εθνικισμός: “μια χώρα, ένας λαός, μια γλώσσα”!
Μπορεί η κουρδική γλώσσα ν’ ανήκει στην ινδοευρωπαϊκή οικογένεια, στους κλάδους των ιρανικών και ινδοϊρανικών γλωσσών, με την περσική (φαρσί), την ινδική σανσκριτική, μα και την ελληνική και τις πλείστες των ευρωπαϊκών γλωσσών. Μπορεί (ακόμη… χειρότερα για τους Τούρκους “γλωσσολόγους”) όλες οι αρχαίες γλώσσες τής Μικρά Ασίας, ομιλούμενες και ζωντανές, ή ως επί το πλείστον νεκρές, σαν την χεττιτική, να είναι επίσης ινδοευρωπαϊκές.
Μπορεί, απέναντι σε αυτήν την πανσπερμία των γηγενών ινδοευρωπαϊκών γλωσσών και διαλέκτων,(α) οι τουρανικές γλώσσες (η τουρκική είναι μια από αυτές), να έφτασαν στην Ανατολία σχετικά πρόσφατα, υπαγόμενες στις αλταϊκές, μαζί με τις μογγολικές. Μπορεί κάποιοι να συνδέουν τις αλταϊκές με τις ουραλικές (ή φιννοουγγρικές) γλώσσες (ουραλοαλταϊκή οικογένεια), όχι, όμως, και με τις ινδοευρωπαϊκές. Όλα αυτά είναι εντελώς ασήμαντα για τους “επιστήμονες” της Άγκυρας, που διδάσκουν την γλωσσολογία κάπως έτσι… à la turca:
Θέμα: Η Θεωρία τής Γλώσσας-Ήλιος
-
“Ως γνωστόν, η λέξη soleil σημαίνει ήλιος στα γαλλικά. Στην τουρκική διάλεκτο των Γιακούτων [ή Σαχά] βρίσκουμε την αντίστοιχη λέξη silai. Καθώς το ‘s’ τής διαλέκτου των Γιακούτων γίνεται ‘g’ στις άλλες τουρκικές διαλέκτους,(β) είναι αυταπόδεικτο [!] πως η λέξη κατάγεται από την τουρκική ρίζα που σημαίνει φως. Εντούτοις, οι Τούρκοι προτιμούν την πιο κοινή τουρκική λέξη günes. Όμως, η απόδειξη της τουρκικής καταγωγής τής λέξης soleil αποκαλύπτει μια μεγάλη αλήθεια, γλωσσολογική κι επιστημονική, από την οποία απορρέουν πολύ σημαντικά συμπεράσματα”…
Υπογραφή (χωρίς ντροπή): İ. Ν. Dilmen, καθηγητής.

Η θεωρία πως η Μικρασία αποτελεί την κοιτίδα των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών
ανοίγει τον δρόμο σε ψευτοθεωρίες που προπαγανδίζουν την… “τουρκική” τους προέλευση, αν και:
α) η επικρατέστερη άποψη περί της εστίας τους μιλά για την στέπα βόρεια του Ευξείνου και της Κασπίας, απ’ όπου επεκτάθηκαν στις αρχές τής 3ης χιλιετίας ΠΚΧ·
β) οι τουρανικές γλώσσες εμφανίζονται μετά από σχεδόν τέσσερις χιλιετίες, σε μια επιγραφή στη Μογγολία (αρχές 8ου αιώνα ΚΧ)·
γ) η πρώτη αναφορά σε “Τούρκους” γίνεται σε κινεζικό κείμενο του 6ου αιώνα ΚΧ· και
δ) οι Σελτζούκοι, οι πρώτοι Τούρκοι στην Ανατολία, εισβάλλουν εκεί στον 11ο αιώνα.
● Πάνω: Ζεύγος μακρυκέρατων ταύρων των Χάττι (χαλκός, περί το 2300-2000 ΠΚΧ)
- (α) Ως τον 1ο αιώνα ΠΚΧ, οι μικρασιάτικες γλώσσες κατέστησαν νεκρές, καθώς εξελληνίστηκε η περιοχή σε πολύ μεγάλο βαθμό, λόγω των κατακτήσεων του Αλεξάνδρου. Άρα, οι γλώσσες τής Ανατολίας έγιναν ο πρώτος γνωστός σε μας κλάδος τής ινδοευρωπαϊκής οικογένειας που εξαφανίστηκε. Γλώσσες με γραπτά τεκμήρια (σε σφηνοειδή ή και ιερογλυφική γραφή), είναι οι εξής:
Η χεττιτική στην κεντρική Μικρασία· η παλαϊκή στην Παφλαγονία· ο κλάδος τής λουβικής, μ’ επίκεντρο την Κιλικία, αν κι εκτείνεται ΒΔ, με την τρωική γλώσσα ν’ αποτελεί ενδεχομένως μέλος του· ο κλάδος τής λυκικής· η καρική· η σιδητική στην Παμφυλία· η πισιδική· η λυδική· ίσως και η λυκαονική· η ισαυρική στην οροσειρά τού Ταύρου· η καππαδοκική· η παμφυλική. Άλλες ινδοευρωπαϊκές γλώσσες τής Μικρασίας ήταν η φρυγική και η μυσική, που πιθανότατα εντάσσονται στις παλαιο-βαλκανικές γλώσσες, μαζί με την θρακική, τη δακική, τον κλάδο των ιλλυρικών, κλπ., υποδηλώνοντας πως οι Φρύγες, μάλλον και οι Μυσοί, πήγαν στην Ανατολία από την χερσόνησο του Αίμου.
-
● Μπροστά σε αυτό το πολύμορφο ψηφιδωτό λαών και γλωσσών τής Ανατολίας, οι Τούρκοι εθνικιστές επιμένουν στον… χαβά τους:
“μια χώρα, ένας λαός, μια γλώσσα!”
- (β) Κατά τον Dilmen, δεν υπάρχουν τουρανικές (τουρκογενείς, ή τουρκικές) γλώσσες· είναι όλες τους τουρκικές διάλεκτοι. Ο ασφυκτικός εθνικιστικός έλεγχος των κοινωνικών επιστημών είναι πασίγνωστος. Ιδού γιατί δεν υπάρχουν γενικά αποδεκτά κριτήρια διάκρισης μεταξύ γλώσσας και διαλέκτου. Το σύνηθες (και απαλλαγμένο από “έξωθεν” παρεμβάσεις) κριτήριο είναι η αλληλοκατανόηση. Φαίνεται λογικό, αλλά κάθε άλλο παρά επιστημονικό είναι.
Κάποτε ήμουν στην Γρανάδα με δύο Ιταλίδες εις αναζήτηση… flamenco. Θυμάμαι την έκπληξή μου, όταν άκουσα τα κορίτσια να ζητούν πληροφορίες από περαστικούς: εκείνες μιλούσαν ιταλικά, οι άλλοι ισπανικά, αλλά δεν υπήρχε απολύτως κανένα πρόβλημα αλληλοκατανόησης! Τι σημαίνει αυτό; Πως ιταλικά και ισπανικά είναι διάλεκτοι; Και αν ναι, ποιας γλώσσας;(!)
Επειδή δεν μου αρέσει η ρετσινιά τού “εθνικιστή”, γι’ αυτό επικαλούμαι έναν Τούρκο επιστήμονα, με την αληθινή σημασία τής λέξης, έναν άνθρωπο που πέρασε τα περισσότερα χρόνια τής ζωής του στις τουρκικές φυλακές, όχι γιατί διέπραξε κανένα έγκλημα, αλλά μόνον επειδή είχε την τόλμη να εκφράσει τις τεκμηριωμένες του απόψεις. Πρόκειται για τον κοινωνιολόγο İsmail Beşikçi,(γ) που (κατα)διώχθηκε απηνώς, γιατί άσκησε αρχικά κριτική, ακολούθως και πολεμική, κατά τής κυρίαρχης ιδεολογίας τής Τουρκίας, όπως εκφράζεται αυτή σε τέτοιου είδους “επιστημονικές” διατριβές – και ακόμη περισσότερο, επειδή ασχολήθηκε μ’ ένα θέμα-taboo: το κουρδικό ζήτημα.(δ)
- (γ) Σημειωτέον πως ο İsmail Beşikçi είναι Τούρκος στην καταγωγή, και όχι Κούρδος. Συνεπώς, αξίζει χιλιαπλάσιο τον θαυμασμό μας.
- (δ) Η συνεχιζόμενη τουρκοκουρδική διένεξη ανάγεται στον Πόλεμο Ανεξαρτησίας τής Τουρκίας, με την ίδρυση του τουρκικού εθνικιστικού κράτους, που καταπατά τ’ ανθρώπινα δικαιώματα του κουρδικού λαού συστηματικά. Οι Κούρδοι ένιωσαν προδομένοι, αφού συμμετείχαν σε όλες τις “βρομοδουλειές” των Τούρκων, από τα τέλη τού 19ου αιώνα ως και τη δεκαετία τού 1910, κυρίως στις πρώτες εθνοκαθάρσεις τού 20ού αιώνα, νομίζοντας πως “καθάριζαν” την περιοχή για λογαριασμό τους. Οι δράστες των γενοκτονιών των Αρμενίων, των Ελλήνων και των Ασσυρίων (1,5 εκατομμύρια + 900.000 + 400.000 = σχεδόν 3 εκατομμύρια νεκροί) ήταν Τούρκοι, Κούρδοι, Άραβες, και Καυκάσιοι μουσουλμάνοι: επρόκειτο στην ουσία για μια γενοκτονία των ετερόδοξων από τους ισλαμιστές. Όμως, οι Τούρκοι ήταν κυρίως εθνικιστές: στράφηκαν επίσης κατά των Κούρδων – που εξ ανάγκης εξεγέρθηκαν. Σημαντικά ιστορικά γεγονότα, πριν ν’ αρχίσει η εξέγερση του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν, υπήρξαν οι εξεγέρσεις των Koçgiri, Σεΐχη Σαΐντ, Αραράτ, και Dersim (1920, 1925, 1930, και 1938).
Τ’ αποσπάσματα που παρέθεσα (εκτός από εκείνη την αναφορά στον Όμηρο) προέρχονται από το βιβλίο του, Ιστορική Διατριβή για την Τουρκία / Η Θεωρία τής Γλώσσας-Ήλιος και το Κουρδικό Ζήτημα, που του στοίχισε τρία χρόνια φυλακή, μια και είχε το “θράσος” να μην αρνηθεί την ύπαρξη ενός έθνους. Το πρώτο πράγμα που εξετάζει σε αυτό το βιβλίο είναι η φύση των θέσεων που διατύπωσαν το 11930 οι Τούρκοι “επιστήμονες”, υπό την καθοδήγηση του… Mustafa Kemal (Atatürk)! Αναλύοντας τη διαμόρφωση και την ανάπτυξη της ιδεολογίας τού κεμαλισμού, βάσει επισήμων ντοκουμέντων (“επιστημονικών” διατριβών, εγγράφων, ομιλιών, κλπ.), ο Ισμαήλ Μπεσικτσί εκθέτει τη σαφώς αντιεπιστημονική, ρατσιστική και σωβινιστική φύση αυτής της ιδεολογίας. Σε μια από τις πάμπολλες απολογίες του, στρέφεται επίσης κατά της επίσημης “δικαιοσύνης” τού κεμαλικού καθεστώτος:
-
“Αυτό το δικαστήριο, ως καταπιεστικό όργανο του κράτους, απειλεί συγγραφείς και διανοούμενους με φυλάκιση, ευνοεί τ’ αστυνομικά μέτρα, και τις μυστικές δίκες, καταδικάζει την επιστημονική σκέψη, προτιμά τις εκθέσεις τής μυστικής υπηρεσίας από την αλήθεια και τα κοινωνιολογικά πορίσματα, καταλήγει σ’ ετυμηγορίες, χωρίς να πάρει υπόψη έστω την υπεράσπιση των κατηγορουμένων και χρησιμοποιώντας παραθυράκια τού νόμου, αποδέχεται την αποικιοκρατική καταπίεση και τυραννία, αρνούμενο την πραγματικότητα της ύπαρξης του κουρδικού έθνους, που είναι ένα αντικειμενικό γεγονός, πάνω από την θέληση ανθρώπων και θεσμών.
-
“Το δικαστήριο αυτό στην ουσία ενεργεί διοικητικά και πολιτικά με μια φαινομενικά ‘ανεξάρτητη λειτουργία’ και ‘ανεξάρτητη κρίση’. Λειτουργεί όπως ακριβώς και η χωροφυλακή, η αστυνομία, η υπηρεσία εθνικής ασφαλείας, και άλλες παρόμοιες υπηρεσίες, επιχειρώντας μέσω της ετυμηγορίας του να επιβάλει την ηγεμονία τής επίσημης ιδεολογίας. Αρνούμενο μια αντικειμενική αλήθεια, το δικαστήριό σας ψεύδεται, και θεωρεί τα συμπεράσματα στα οποία καταλήγουμε, διαμέσου της συστηματικής έρευνας της κοινωνίας, την αξιόπιστη γνώση και τα δικαιώματα που υπερασπιζόμαστε, ως επιβαρυντικά στοιχεία.
“Το δικαστήριο αυτό λειτουργεί όπως η χωροφυλακή, η αστυνομία,
η εθνική ασφάλεια, επιχειρώντας μέσω της ετυμηγορίας του να επιβάλει την ηγεμονία τής επίσημης ιδεολογίας.” (İsmail Beşikçi)
-
“Το δικαστήριό σας, στις αποφάσεις του που αφορούν τα βιβλία μου, διακηρύσσει πως ‘κηλιδώνεται η ιερή μνήμη τού Atatürk’. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει πως οι κουρδικές μάζες – άνδρες, γυναίκες και παιδιά – θα στέλνονται διαρκώς στην εξορία, στην κρεμάλα, θα σφάζονται, ότι νόμοι και διατάγματα θα θεσπίζονται ξεδιάντροπα με αυτήν τη λογική – όμως, όλοι εκείνοι που κριτικάρουν τα εν λόγω φαινόμενα, θα δικάζονται με το αιτιολογικό τής ‘περιύβρισης τής ιερής μνήμης τού Atatürk’. Πώς όμως μπορεί να θεωρήσει κανείς τη γενοκτονία, τις εξορίες, την ολοκληρωτική αφομοίωση, που εφαρμόστηκε στο Κουρδιστάν από το κεμαλικό καθεστώς, ως ‘ιερή μνήμη’; Ο κατακερματισμός και διαμελισμός τού Κουρδιστάν, η εφαρμογή τής τακτικής ‘διαίρει και βασίλευε’ ενάντια στο κουρδικό έθνος, μπορεί να είναι ‘ιερή μνήμη’ μόνο για τους ιμπεριαλιστές και τους αποικιοκράτες.
-
“Τα τουρκικά πανεπιστήμια, εξάλλου, υποδουλωμένα στην επίσημη ιδεολογία, απορρίπτουν εξ αρχής την επιστημονική σκέψη, συσκοτίζοντας και αρνούμενα την πραγματικότητα του κουρδικού έθνους. Θεωρούν αυτήν την επίσημη ιδεολογία, που βασίζεται στην απάτη και την αδιαφορία προς την αντικειμενικότητα, ως τη μόνη ακαταμάχητη και σίγουρη πραγματικότητα. Παρουσιάζουν, λοιπόν, αυτήν την επίσημη ιδεολογία ως επιστημονική και νόμιμη. Σε αυτό ακριβώς το σημείο παρεμβαίνουν το ‘ανεξάρτητο’ δικαστήριο, η ‘ανεξάρτητη’ κρίση, επιχειρώντας, με την απειλή τής τιμωρίας, ν’ αποτρέψουν την κριτική προς τους πανεπιστημιακούς καθηγητές οι οποίοι, μέσω της πολιτικής αγυρτείας, απαιτούν υλικά και κοινωνικά προνόμια”…
Αυτά το 1979, έναν χρόνο προτού να καταλυθεί η υποτιθέμενη δημοκρατία με το πραξικόπημα του στρατού, της τότε πανίσχυρης κολόνας στήριξης του καθεστώτος. Για τον Beşikçi είχαν προηγηθεί και ακολούθησαν κι άλλες δίκες και καταδίκες. Έστω κι αν ζούσε δυο και τρεις ζωές, δεν θα προλάβαινε να εκτίσει τα 200 τόσα χρόνια φυλακή, που του επιβλήθηκαν συνολικά. Το 1999 αφέθηκε ελεύθερος, αλλά το 2010 – ήτοι και μετά από την κατάρρευση του κεμαλισμού – παραπέμφθηκε ξανά σε δίκη για “προπαγάνδα”, εξαιτίας ενός άρθρου με τίτλο Τα δικαιώματα των εθνών στην αυτοδιάθεση και οι Κούρδοι, που του στοίχισε μιαν ακόμη 15μηνη φυλάκιση.
Τον Γενάρη τού 1981, είχε στείλει από τις φυλακές μιαν Επιστολή προς την UNESCO, όπου στιγμάτιζε την απόφαση του Εκπαιδευτικού, Επιστημονικού και Πολιτιστικού Οργανισμού των Ενωμένων Εθνών, ν’ ανακηρύξει εκείνη την χρονιά ως Έτος Atatürk.(ε) Ακολούθησε νέα καταδίκη. Απτόητος συνέχισε από τα κάτεργα να στέλνει σε διεθνείς οργανισμούς επιστολές, που κατέληγαν, φυσικά, στα χέρια Τούρκων δικαστών, οι οποίοι του επέβαλλαν νέες ποινές. Η επιστολή του προς τον πρόεδρο της Ένωσης Συντακτών τής Ελβετίας λ.χ., του στοίχισε δέκα χρόνια!
- (ε) Σημειωτέον ότι: α) κανένας άλλος δεν είχε ανάλογη αναγνώριση από τον διεθνή δήθεν Εκπαιδευτικό, Επιστημονικό και Πολιτιστικό Οργανισμό, β) η εκπαίδευση, η επιστήμη και ο πολιτισμός υπέστησαν τα πάνδεινα από τον κεμαλισμό, και γ) οι αποδέκτες τής διάκρισης στο πρόσωπο του Κεμάλ δεν ήταν άλλοι από τους διαδόχους του: τους πραξικοπηματίες – λες και η UNSESCO ήθελε να τους ανταμείψει για την κατάλυση της (όποιας) δημοκρατίας μόλις την προηγούμενη χρονιά!
Αλλά και στις δίκες του – ων ουκ έστιν αρχή και τέλος – με τις απολογίες του (μερικές από τις οποίες είναι συγκεντρωμένες στο βιβλίο του, Υπεράσπιση), επέμενε με αξιοθαύμαστο θάρρος, μα και αυταπάρνηση να προασπίζεται τα δικαιώματα του κουρδικού λαού, στηριζόμενος απλώς στο κοινό περί δικαίου αίσθημα. Ένα αίσθημα που έπαψε πλέον να διέπει τις ενέργειες ακόμη και των “αρμόδιων” διεθνών οργανισμών.
Εντελώς αυθόρμητα σκεφτόμαστε πως έχουμε ενώπιόν μας τον İsmail B, που ενσαρκώνει τον Josef K, τον “ήρωα” της Δίκης τού Kafka. Όμως, μάλλον είναι παράταιρος αυτός ο συνειρμός μας: Ο Beşikçi δεν είναι κάποια εξωπραγματική μορφή τής λογοτεχνίας τού παραλόγου, αλλά ένας πραγματικός, αδάμαστος ήρωας της ελεύθερης σκέψης και της επιστημονικής γνώσης, ένα σύμβολο της εποχής μας – γιατί, ακριβώς, σπανίζουν τέτοιοι άνθρωποι σήμερα. Είχε, όμως, τη μεγάλη ατυχία να γεννηθεί στην Τουρκία. Έτσι, δεν πρόκειται ποτέ να του απονεμηθεί κανένα βραβείο Nobel!(ς)
- (ς) Προτάθηκε για το Nobel Ειρήνης το 1987 αλλά… τι να περιμένει κανείς από μιαν Επιτροπή Nobel που έχει απονείμει το βραβείο σε άτομα όπως οι Henry Kissinger (1973), Menachem Begin (1978), Yitzhak Rabin και Shimon Peres (1994), Barack Obama (2009), καθώς και στη νεοφιλελεύθερη Ευρωπαϊκή Ένωση (2012) – αλλά δεν τίμησε έναν Mahatma Gandhi;
Ουδόλως ευθύνομαι, βεβαίως, για την πολιτικοποίηση του ζητήματος της γλωσσολογίας à la turca. Το ίδιο το ζήτημα είναι βαθύτατα πολιτικό. Ρίξτε, αν θέλετε, το φταίξιμο στον Alain Gheerbrant, που πρώτος αυτός έβαλε τον λίθο, συνδυάζοντας τον Atatürk με τον Veysel (βλέπε την προηγούμενη Περιήγηση 6η). Και μη νομίσετε πως ο Γάλλος ερευνητής είναι μεμονωμένη περίπτωση: συνιστά τον κανόνα (γι’ αυτό και μας απασχολεί). Χώρια που υπάρχουν και χειρότερα. Γιατί, άλλο είναι να πιστώνεις “αποκλειστικά” στο ενεργητικό των Τούρκων τη μουσική τής Ανατολίας, και άλλο να κάνεις το ίδιο με τη μουσική τής Πόλης. Πόσο, μάλλον, που οι Οθωμανοί την ονόμαζαν αραβοπερσική αυτήν τη μουσική, ενώ επί “Δημοκρατίας” – πιο σωστά: επί Ρεπούμπλικας –(ζ) ονομάστηκε τουρκική, ως και οθωμανική…
- (ζ) Η νεοελληνική πολιτική ορολογία υστερεί φοβερά στο θέμα τής διάκρισης της δημοκρατίας ως πολιτικό και πολιτειακό σύστημα – δυστυχώς. Συγχέει την ελληνική δημοκρατία με την ρωμαϊκή res publica, έχοντας λησμονήσει τον αρχαιοελληνικό όρο πολιτεία (βλέπε μεταξύ άλλων και το Χρονικό 18. “Carthago Delenda Est”).
-
● Υπάρχουν και εξ ιδίων βέλη πάνω στο θέμα αυτό, που πάντως κάθε άλλο παρά κεφαλαιώδες είναι. Πρόκειται, απλώς, για ζήτημα ευταξίας και ορθής ορολογίας. Ιδού η αφετηρία των σκέψεων του ελληνικής καταγωγής διευθυντή τού Γαλλικού Ινστιτούτου Μικρασιατικών Σπουδών, Στέφανου Γεράσιμου (Stéphane Yerasimos), σε κείμενό του σε ένα CD παλιάς “οθωμανικής” μουσικής, με συνθέσεις, μεταξύ άλλων, του Δημητρίου Καντεμίρη, που κάθε άλλο παρά Οθωμανός ήταν:(η)
- (η) Σπουδαίος άνθρωπος των γραμμάτων και τεχνών (φιλόσοφος, γλωσσολόγος, μουσικολόγος, συνθέτης, ιστορικός, εθνογράφος, γεωγράφος), ο Καντεμίρης ήταν πρίγκιπας της Μολδαβίας, όπου διδάχθηκε ελληνικά και λατινικά, κι εμπέδωσε τους κλασικούς. Έζησε ως όμηρος του σουλτάνου στην Κωνσταντινούπολη επί 23 χρόνια, φοιτώντας στη Μεγάλη τού Γένους Σχολή τού Πατριαρχείου, έγραψε περί μουσικής και συνέθεσε δικά του κομμάτια. Πώς είναι δυνατόν να χαρακτηριστεί “οθωμανική” η μουσική του, όταν ο ίδιος πολέμησε κιόλας κατά των Οθωμανών ως σύμμαχος του Μεγάλου Πέτρου στον ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1710–11;
-
“Το εγχείρημα της ερμηνείας τής οθωμανικής μουσικής με όργανα εποχής”, έγραψε ο Γεράσιμος, “προέκυψε από ένα απλό ερώτημα: γιατί να μην εφαρμοστεί η μέθοδος που ακολουθείται ήδη μ’ επιτυχία στην Ευρώπη εδώ και αρκετές δεκαετίες, σε μια προσπάθεια ν’ ανακαλύψουμε εκ νέου το πνεύμα και το ύφος ερμηνείας τής οθωμανικής μουσικής τής χρυσής εποχής τού 17ου και 18ου αιώνα;”

Κωνσταντινούπολη / Από
το Βυζάντιο στην Istanbul,
του Στέφανου Γεράσιμου
-
● Η αυτοκρατορία που ιδρύθηκε με την κατάλυση του Βυζαντίου – της πάλαι ποτέ κραταιάς Ρωμανίας – υπήρξε πράγματι Οθωμανική, αφού ελεγχόταν από αυτήν την φυλετική ομάδα. Είναι, όμως, επαρκής λόγος για να χαρακτηρίσουμε και τη μουσική τής μεταβυζαντινής Κωνσταντινούπολης αναλόγως; Η ένστασή μου οφείλεται στο σαφώς εθνικό εννοιολογικό περιεχόμενο του όρου οθωμανικός, αφού σημαίνει τουρκικός. Αντίθετα, ο όρος βυζαντινός είναι υπερεθνικός, καθώς αναφέρεται εν γένει στο “ανατολικό τμήμα τής ύστερης Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας που, μετά από την πτώση τής Ρώμης, συνέχισε ως διάδοχός της μέχρι το 1453”. Και είναι γνωστό, πως ο πολιτισμός, και στις δυο αυτές αυτοκρατορίες, τη Βυζαντινή και την Οθωμανική, ήταν η κοινή συνισταμένη των εθνοτήτων που ζούσαν σε αυτές. Εθνικό προσδιορισμό έχουν μόνον οι πολιτισμοί που δημιούργησαν λαοί, οι οποίοι διακρίθηκαν για την πρωτοτυπία τής συμβολής τους στον ανθρώπινο πολιτισμό. Αν λ.χ. δεν υπήρξε φοινικικός πολιτισμός, δεδομένου πως οι Φοίνικες επηρεάστηκαν καταλυτικά από Αιγύπτιους, Μεσοποτάμιους κι Έλληνες, άλλο τόσο δεν υπήρξε και οθωμανικός. Αφήστε που, συγκριτικά με τους Οθωμανούς, ο ρόλος των Φοινίκων, ειδικά στη διάδοση του αλφαβήτου, ήταν πολύ πιο σημαντικός.
ΣΕ ΑΛΛΟ ΜΗΚΟΣ ΚΥΜΑΤΟΣ ΚΙΝΕΙΤΑΙ ο συνονόματος και συμπατριώτης τού Gheerbrant, ο Alain Daniélou, συνεργάτης τής UNESCO στο Διεθνές Μουσικό Συμβούλιο, που επιμελήθηκε εξαιρετικές εκδόσεις “μουσικής τού κόσμου” όπως: Unesco Collection: A Musical Anthology of the Orient· Musical Atlas· Musical Sources· και Anthology of Indian Classical Music / A Tribute to Alain Daniélou. Ως παραγωγός των ηχογραφήσεων του Καΐρου, Taqâsîm and Layâlî, μ’ ελεύθερους οργανικούς και φωνητικούς τροπικούς αυτοσχεδιασμούς, έκανε μια πολυσήμαντη σύνοψη που ξεκινά ως εξής:

Ο Alain Daniélou παίζοντας sitar
-
“Το μελωδικό σύστημα που χαρακτηρίζει τους αραβόφωνους λαούς των χωρών γύρω από τις ανατολικές και νότιες ακτές τής Μεσογείου, είναι αποτέλεσμα μακράς εξέλιξης. Απορρέει από την προσαρμογή των αρχαίων συστημάτων των Ελλήνων, των Περσών, και των Αιγυπτίων, από τους Άραβες κατακτητές, που βαθμιαία εξελίχθηκε σε μια ενιαία κι εντελώς πρωτότυπη μουσική τέχνη.
-
“‘Ως τον 13ο αιώνα οι λόγιοι αναφέρονται σ’ ελληνικές θεωρίες, αλλά στη συνέχεια εμφανίζεται μια σαφώς ανεξάρτητη θεωρία, και μια καλλιεργημένη στην Αυλή των χαλίφηδων τέχνη, που γίνεται ολοένα πιο εκλεπτυσμένη και περίτεχνη. Ως τα τέλη τού 19ου αιώνα, αυτή η τέχνη συνέχιζε ν’ αναπτύσσεται υπό την επίδραση νέων περσικών και βυζαντινών στοιχείων, που είχαν αποκτήσει μεγαλύτερη απήχηση, λόγω της τουρκικής κυριαρχίας’ (d’Erlanger).”
“Το μελωδικό σύστημα των αραβόφωνων λαών τής Μεσογείου απορρέει από την προσαρμογή των αρχαίων συστημάτων Ελλήνων, Περσών, κι Αιγυπτίων”… “Ως τα τέλη τού 19ου αιώνα, αυτή η τέχνη αναπτυσσόταν υπό την επίδραση νέων περσικών και βυζαντινών στοιχείων.”
(Alain Daniélou, Rodolphe d’Erlanger)

Γυναίκα με τύμπανο, περίοδος Κατζάρων, Ιράν
Τούτο σημαίνει το εξής εκπληκτικό: ως τις παραμονές τής κατάρρευσης της αυτοκρατορίας τους, οι Οθωμανοί – τουλάχιστον όσον αφορά μουσική – συνέχιζαν να βρίσκονται υπό την επίδραση της αυτοκρατορίας που είχαν καταλύσει πριν από μισή χιλιετία! Επόμενο ήταν να επηρεάζονται και όλοι οι αραβόφωνοι λαοί που ήταν τότε υποτελείς των Οθωμανών στην περιοχή. Συνεπώς, οι βυζαντινοί ήχοι αντηχούσαν, έχοντας απήχηση σε όλη την έκταση της Μεσογείου: οι χριστιανοί δέχονταν επιδράσεις, διαμέσου του βυζαντινού εκκλησιαστικού μέλους, τουλάχιστον ως τον 11ο αιώνα, όταν, λόγω του Σχίσματος, το γρηγοριανό μέλος κατέστη υποχρεωτικό για τους καθολικούς, ενώ οι μουσουλμάνοι τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας επηρεάζονταν εξίσου – όχι, βέβαια, από το εκκλησιαστικό βυζαντινό μέλος, αλλ’ από την πάλαι ποτέ κοσμική βυζαντινή μουσική.
Οι περσικές επιρροές μπορούν να θεωρηθούν φυσιολογικές, αφού οι Ιρανοί είχαν ήδη κατακτήσει την κρατική τους αυτοτέλεια. Τι να πεις, όμως, για τη βυζαντινή μουσική, ιδίως την κοσμική, που έπαψε – υποτίθεται – να υφίσταται μόλις έσβησε από τον χάρτη το κράτος που τη γέννησε; Πώς ήταν δυνατόν, στις παραμονές τού 20ού αιώνα να επηρεάζει τη Μεσόγειο, διαποτίζοντάς την μάλιστα με “νέα” μουσικά στοιχεία;
Συνοψίζοντας αυτά που μας είπαν οι Alain Daniélou και Rodolphe d’Erlanger, καθώς και τους συνειρμούς που προκάλεσαν, το ιστορικό μοντέλο, που μας έρχεται κατά νου, είναι το εξής: οι Άραβες (οι προερχόμενοι από την Αραβία δηλαδή) καλλιεργήθηκαν υιοθετώντας τους αρχαίους πολιτισμούς Ελλήνων, Περσών, κι Αιγυπτίων. Ήξεραν, λοιπόν, πως η αυτοκρατορία τους δεν θα κρατούσε για πολύ, αν δεν αφομοίωναν τους πολιτισμένους μεσογειακούς λαούς που είχαν κατακτήσει. Ήταν η απολύτως αναγκαία προϋπόθεση για να διατηρήσουν το χαλιφάτο τους και να παραμείνουν επικεφαλής.
Οι Άραβες ήξεραν πως η αυτοκρατορία τους δεν θα κρατούσε
πολύ αν δεν αφομοίωναν τους κατακτημένους λαούς μέσω
θρησκείας (Ισλάμ) και γλώσσας (αραβικά), σπάζοντας τους
δεσμούς αυτών των λαών με το ένδοξό τους παρελθόν.
Χρειαζόταν ένας συνδυασμός κινήτρων και εξαναγκασμού…
Υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες, αυτό ήταν δυνατόν να επιτευχθεί μέσω της θρησκείας, κατ’ αρχάς, και δευτερευόντως (χωρίς να είναι κάτι υποδεέστερο), της γλώσσας. Ήταν απολύτως αναγκαίο οι Άραβες να σπάσουν τους δεσμούς αυτών των αρχαίων λαών με το ένδοξο παρελθόν τους, κάνοντάς τους να ασπαστούν το Ισλάμ και – ει δυνατόν – ν’ αρχίσουν να μιλούν αραβικά. Μόνον έτσι θα είχαν τον απόλυτο έλεγχο της αχανούς αυτοκρατορίας. Χρειαζόταν ένας συνδυασμός κινήτρων και εξαναγκασμού. Επρόκειτο σαφώς για τακτική μάλλον μετριοπαθή, συγκριτικά μ’ εκείνην που είχε χρησιμοποιηθεί για τον εκχριστιανισμό των Ελλήνων, με μια εκστρατεία κατάφωρα βίαιη, μια ευρείας κλίμακας και διάρκειας γενοκτονία! (βλέπε το Χρονικό 17*. “We Don’t Need No Thought Control!”)
Όταν οι Τούρκοι ανέλαβαν το χαλιφάτο, υιοθέτησαν την αραβική κουλτούρα, που είχε ξεπηδήσει ως αμάλγαμα από αυτούς τους αρχαίους πολιτισμούς. Σημειωτέον πως αυτή η σύνθεση άρχισε ν’ αποδίδει καρπούς μόνον κατά τον 13ο αιώνα, ήτοι μετά από την πρώτη άλωση της Πόλης από Σταυροφόρους και Βενετούς το 1204. Ανάλογη πολιτισμική αναγέννηση δεν σημειώθηκε κατά την οθωμανική περίοδο. Να γιατί συνεχίζονταν οι επιρροές, με “νέα περσικά και βυζαντινά στοιχεία”, που εισέρεαν στην αυλική μουσική και τέχνη, ως τις τελευταίες μέρες τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ποια, ακριβώς, υπήρξε η οθωμανική συμβολή; Ήταν πολιτική μάλλον, παρά μουσική – μέσω αυτής της εκτεταμένης, ενιαίας περιοχής – παρέχοντας τη δυνατότητα στις εν λόγω επιρροές να έχουν ευρύτερη απήχηση, σε όλες τις περιοχές, ακόμη και τις πιο απόμακρες, της αυτοκρατορίας.
ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΤΥΝΗΣΙΟ ΚΑΘΗΓΗΤΗ Σαλάχ ελ Μαχντί, που μίλησε το 1988 στο 3ο Διεθνές μουσικολογικό συμπόσιο των Δελφών, με θέμα Ρυθμοί, Τρόποι και Κλίμακες της Μουσικής τής Μεσογείου,(θ) η λεγόμενη τουρκοβυζαντινή μουσική επηρέασε την Εγγύς Ανατολή:
- (θ) Η σελίδα τού Ευρωπαϊκού Πολιτιστικού Κέντρου Δελφών περί της Διεθνούς Μουσικολογικής Συνάντησης των Δελφών, “Ρυθμοί, τρόποι και κλίμακες της μουσικής τής Μεσογείου”, φαίνεται πως μεταφράστηκε στ’ αγγλικά από κάποιον άσχετο γύρω από τη μουσική και την ορολογία της. Έτσι απέδωσε τον ελληνικό μουσικό όρο τρόπος (mode) ως… manner! Το παράξενο είναι ότι κανείς στο κέντρο δεν το πρόσεξε…
-
“Ο αραβικός πολιτισμός”, τόνισε, “αποτελεί αναπόσπαστο και σημαντικό τμήμα τού πολιτισμού τής Μεσογείου. Οι τρόποι τής αραβικής μουσικής ταξινομούνται σε τέσσερις μεγάλες σχολές:
-
“1. Η σχολή τού Μαγρέμπ: εκπροσωπείται από την αραβοανδαλουσιανή μουσική κληρονομιά, που εισήγαγαν στην περιοχή οι Αραβοανδαλουσιανοί πρόσφυγες κατά τον 14ο και 15ο αιώνα. Η μουσική αυτή επιβιώνει σήμερα σε ολόκληρη τη Βόρεια Αφρική, παράλληλα με την παλιά μουσική τού λιβυκού λαού αυτής της περιοχής.(ι)
- (ι) Λιβύη, στ’ αρχαία χρόνια, ονόμαζαν την περιοχή δυτικά τής κοιλάδας τού Νείλου, πάνω-κάτω το σημερινό Μαγρέμπ (Βόρεια Αφρική εκτός Αιγύπτου). Επίσης εννοούσαν την χώρα δυτικά της Αιγύπτου, αλλά και ολόκληρη την Αφρική, που ήταν ακόμη σχετικά άγνωστη. Κατά τον Ηρόδοτο, πρώτοι οι Φοίνικες έκαναν τον περίπλου τής “Λιβύης” (Αφρικής) για λογαριασμό των Αιγυπτίων. Μιλώντας περί λιβυκού λαού, ο Μαχντί προφανώς αναφερόταν στους Βέρβερους.
-
“2. Η σχολή τής Εγγύς Ανατολής: εκπροσωπείται από τη μουσική κληρονομιά τής Συρίας, του Λιβάνου, της Ιορδανίας, της Παλαιστίνης και, βέβαια, της Αιγύπτου. Εν μέρει, η εν λόγω σχολή έχει επίσης ασκήσει επιρροή στη Λιβύη και την Τυνησία, που συμμετέχουν έτσι σε δυο σχολές, αφού βρέθηκαν ανάμεσά τους. Η σχολή τής Εγγύς Ανατολής δέχθηκε επιδράσεις από την παλαιά τουρκοβυζαντινή μουσική, που εκτείνεται ως τις περιοχές των Βαλκανίων και του Καυκάσου.
-
“3. Η σχολή τής αραβο-περσικής μουσικής: εκπροσωπείται από την κληρονομιά των Αββασιδών, που δημιουργήθηκε στη μεγάλη τους πρωτεύουσα, τη Βαγδάτη. Αποτελεί τη μουσική πράξη στο Ιράκ, το Ιράν, και όλες τις [πρώην] σοβιετικές Δημοκρατίες τής Κεντρικής Ασίας, φτάνοντας ως την περιοχή τής Κίνας.
-
“4. Η σχολή τής Αραβίας: περιλαμβάνει τη Σαουδική Αραβία, την Υεμένη, όλα τα Εμιράτα και το σουλτανάτο τού Ομάν, κι έχει υποστεί δυο επιδράσεις: την ινδική και την αφρικανική.”
Τώρα πλέον που είμαστε αρκούντως ενημερωμένοι, έχοντας και το αναγκαίο μέτρο σύγκρισης, έχουμε τη δυνατότητα να διασκεδάσουμε, απολαμβάνοντας τις σοφιστείες τού Bernard Mauguin:
-
“Γεννημένη στην σκιά τού Ισλάμ, η τουρκική κλασική μουσική, στην πρώιμη ιστορία της, συγχέεται με τις έντεχνες μουσικές παραδόσεις τής Περσίας και των αραβικών λαών. Αυτή η κοινή προέλευση υπήρξε η αιτία μιας μόνιμης παρεξήγησης, κι έτσι ελάχιστη διάκριση γίνεται εν γένει μεταξύ αυτών των ποικίλων μορφών μουσικής, που συνήθως συγκαταλέγονται κάτω από τον αόριστο τίτλο ‘ανατολική μουσική’.
-
“Ωστόσο, όπως ακριβώς ένας ενημερωμένος ακροατής διακρίνει άνετα ένα έργο τού Bach από κάποιο τού Berlioz, δεν είναι δυνατόν να μπερδέψει το παίξιμο ενός Τούρκου μουσικού μ’ εκείνο ενός Άραβα ή ενός Ιρανού. Η κλασική τουρκική μουσική διαθέτει τη δική της ξεχωριστή προσωπικότητα”…
Ώστε για τόσο τεράστιες διαφορές μιλάμε: για τις διαφορές τού Bach με τον Berlioz! Ποιος θα τολμούσε να διαφωνήσει; Πρόκειται, όμως, για διαφορές εποχών, ανάμεσα σε δυο συνθέτες (ο ένας baroque, ο άλλος ρομαντικός) που δημιούργησαν στο ευρύ πλαίσιο της ίδιας παράδοσης, της δυτικής “κλασικής” μουσικής, κατά τη λεγόμενη περίοδο κοινής πρακτικής (baroque, κλασική, ρομαντική). Η διαφορά φυλετικής καταγωγής (Γερμανία / Γαλλία) είναι μάλλον ασήμαντη. Το ίδιο συμβαίνει και στη διάκριση ανάμεσα στους Τούρκους, τους Άραβες και τους Ιρανούς μουσικούς: η κύρια διαφορά τους, ιδίως πριν από τη δημιουργία εθνικών κρατών, είναι επίσης διαφορά εποχών. Αν o Mauguin συνέκρινε τον Bach όχι με τον Berlioz, αλλά με τον Brahms, θα διαπίστωνε πως επίσης “διακρίνονται άνετα”. Με την πολύ σημαντική διαφορά πως η κοινή εθνική καταγωγή των δυο συνθετών (Bach και Brahms ήταν Γερμανοί) δεν θα τον βόλευε στους δικολαβισμούς του…
Η διαφορά Bach και Berlioz δεν είναι διαφορά γερμανικής
και γαλλικής μουσικής, αλλά baroque και ρομαντικής
(όπως και της διάνοιας απέναντι στη μετριότητα…)
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως, αν στην θέση των Δυτικών θεωρητικών είχαμε Ανατολίτες, τα πράγματα ίσως και να ήταν χειρότερα, αφού ο καθένας θα “διαλαλούσε την πραμάτεια” του. Ο Μαχντί λ.χ. μίλησε στους Δελφούς περί τουρκοβυζαντινής μουσικής, επειδή δεν ήταν Τούρκος. Γι’ αυτό και δεν έδωσε τη δέουσα έμφαση στον ρόλο των Περσών θεωρητικών τής μουσικής, κάτι που έκανε, ως Ιρανός, ο Χορμόζ Φαρχάτ, ο οποίος με τη σειρά του “ξέχασε” τη συμβολή τής βυζαντινής μουσικής, για να την προβάλει στη συνέχεια, σε πρώτο πλάνο, ο Σίμων Καράς – και πάει λέγοντας…
Το ζητούμενο στην Ανατολή είναι μια περίοδος Αναγέννησης και Διαφωτισμού – κάτι που σκόπιμα παρεμποδίζει η Δύση για τα καλά και συμφέροντά της. Και φοβάμαι πως τις επιδιώξεις αυτές εξυπηρετούν, με τον τρόπο τους, συνειδητά ή όχι, όσοι θεωρητικοί τής Εσπερίας κολλούν στο δένδρο, και αρνούνται να δουν το δάσος ολόκληρο (ή κολλούν στο δάχτυλο και δεν βλέπουν πως δείχνει το φεγγάρι), κολλώντας στο δευτερεύον – τις τοπικές διαφορές τής μουσικής – και υποβαθμίζοντας το κύριο – τα ενιαία της χαρακτηριστικά. Είναι η κλασική συνταγή: divide et impera! Ή μάλλον: διαίρει καὶ βασίλευε, καθώς πρώτος διδάξας φέρεται να ήταν ο Φίλιππος ο Μακεδών…