Χρονικό 19. ΜΙΑ “ΤΡΙΤΗ ΜΑΤΙΑ” ΣΤΗΝ ΙΒΗΡΙΑ
/ENGLISH/ Chronicle 19. IBERIA IMPARTIALLY VIEWED
● Εμπόρια στο Δέλτα τού Νείλου ● Ορυκτός Μαγνήτης Ανδαλουσίας ● “Κασσίτερος: το Σπουδαιότερο Προϊόν” ● Κασσιτερίδες
● Βαλεαρίδες ● Ελληνοταρτήσσια Φιλία
Απέναντι στην Φοινικική Επιθετικότητα
● Καρχηδόνα και Μισθοφόροι
του Μιχάλη Λουκοβίκα
ΑΠΟΔΕΧΟΜΕΝΟΣ ΤΙΣ ΕΠΑΦΕΣ ανάμεσα στους αρχαίους πολιτισμούς τής ανατολικής Μεσογείου και την Ιβηρία, αλλά και μένοντας πιστός στο κυρίαρχο μεταξύ των μελετητών ρεύμα τής ευνοϊκής αντιμετώπισης των Φοινίκων, ο Dan Stanislawski απέρριψε την ιδέα μιας πιθανής αιγαιακής παρουσίας στην Ιβηρική χερσόνησο.(α) Σχολιάζοντας τους “ισχυρισμούς πως υπήρχαν επαφές” ανάμεσα στην Ιβηρία και την Κρήτη, παραδέχθηκε πως είναι “δελεαστική ιδέα”, και “λογική υπόθεση”, αλλά “μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν πειστικές ενδείξεις [πως οι Μινωίτες] χρησιμοποιούσαν τη νησιωτική ρότα τής Μεσογείου που οδηγούσε προς δυσμάς”.
- (α) Βλέπε την αρχή τού Χρονικού 16, με την πρώτη παράγραφο του κεφαλαίου 7, της Μελέτης ιστορικοπολιτικής γεωγραφίας: η ιδιαιτερότητα της Πορτογαλίας (1959), του Dan Stanislawski. Οι υπόλοιπες εκδόσεις του περί Πορτογαλίας είναι: Το άλλο βασίλειο της Πορτογαλίας: το Algarve (1963), και Τοπία τού Βάκχου: το αμπέλι στην Πορτογαλία (1970).
Τέτοιες απτές, “πειστικές ενδείξεις” στα χέρια των αρχαιολόγων, ήτοι κάποια αιγυπτιακά εμπορεύματα που βρέθηκαν στην Ισπανία, προέρχονται από “μια κάπως μεταγενέστερη περίοδο”, μετά από την πτώση των Μινωιτών, γύρω στο 1400-1200 ΠΚΧ. Αν και δεν μπορεί ν’ αποκλειστεί το ενδεχόμενο “Φοινίκων μεσαζόντων”, θα πρέπει να έχουμε κατά νου ότι σε αυτήν ακριβώς την “κάπως μεταγενέστερη περίοδο” (ύστερη εποχή τού μπρούντζου), το θαλάσσιο εμπόριο, ιδίως στη δυτική Μεσόγειο, ήταν στα χέρια εκείνων που προκάλεσαν την πτώση των Μινωιτών: των Μυκηναίων – τους οποίους, όλως παραδόξως, δεν αναφέρει καν ο Αμερικανός καθηγητής! Συνεπώς, ο ισχυρισμός του, πως τα αιγυπτιακά εμπορεύματα στην Ισπανία “συνδέονται μάλλον με Φοίνικες μεσάζοντες”, κάθε άλλο παρά επιστημονικός είναι.
Εκτός αυτού, η αιγαιακή παρουσία στην Αίγυπτο, την χώρα προέλευσης των εν λόγω εμπορευμάτων, ανάγεται τουλάχιστον στους μυκηναϊκούς χρόνους, και πολύ πιθανόν ακόμη πιο παλιά, στη μινωική εποχή, όταν ιδρύθηκε ένας εμπορικός οικισμός στο Δέλτα τού Νείλου, υπό την αιγίδα των φαραώ: ήταν η Ναύκρατις, η πρώτη και, κατά την αρχική της περίοδο, ίσως μοναδική μόνιμη ελληνική αποικία στην Αίγυπτο, ένας συμβιωτικός κόμβος ελληνοαιγυπτιακών ανταλλαγών στους τομείς τού εμπορίου, της τέχνης, και του πολιτισμού. Όταν ένας ιστορικός “ξεχνά” τους Μυκηναίους και τη Ναύκρατι, σημαίνει πως φορά “φοινικικά μυωπικά γυαλιά”! Υπό αυτές τις συνθήκες, κανείς δεν είναι δυνατόν να υποπτευθεί τον ειδήμονα περί Πορτογαλίας Stanislawski για… φιλελληνική μεροληψία, καθώς μας αφηγείται τις ίδιες μοιραίες εξελίξεις στην Ιβηρία, που εκτέθηκαν στα προηγούμενα τρία Χρονικά (16, 17, και 18). Ταυτόχρονα, από την πλευρά μου, θα έχω τη δυνατότητα να ελέγξω την ορθότητα της δικής μου μαρτυρίας.

Το κυνήγι τού Καλυδωνίου Κάπρου, του Ζωγράφου τού Ναυκράτιου, περί το 555 ΠΚΧ
-
● Η Ναύκρατις, στο Δέλτα τού Νείλου, στον δυτικότερο βραχίονα του ποταμού, 70 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά των εκβολών του, όπου αργότερα θα χτιζόταν η Αλεξάνδρεια, δεν ήταν μόνον ο πρώτος ελληνικός οικισμός στην Αίγυπτο, αλλά και το πιο σημαντικό αιγυπτιακό λιμάνι ως την ίδρυση της πόλης τού Αλεξάνδρου. Η πρώτη περίοδός της παραμένει σκοτεινή, λόγω της κατάρρευσης του μυκηναϊκού πολιτισμού και της παρακμής που ακολούθησε (1100-750 ΠΚΧ). Η “αναγέννηση” της ελληνικής κουλτούρας κατά τον 8ο αιώνα ΠΚΧ, οδήγησε στην επανάληψη των ανταλλαγών με την Ανατολή, με τους δυο μεγάλους ποτάμιους πολιτισμούς τού Νείλου και της Μεσοποταμίας. Κατά τον Ηρόδοτο, ένα ιερό, πού ήταν γνωστό ως Ελλήνιον, αποτελούσε συνεταιριστική επιχείρηση, την οποία χρηματοδοτούσαν εννέα ελληνικές πόλεις-κράτη: τέσσερις ιωνικές (Χίος, Κλαζομεναί, Τέως και Φώκαια), άλλες τέσσερις δωρικές (Ρόδος, Αλικαρνασσός, Κνίδος και Φασηλίς), και μια αιολική (Μυτιλήνη). Οι Μίλητος, Σάμος και Αίγινα, διέθεταν τα δικά τους ξεχωριστά ιερά. Αυτό σημαίνει πως οι πολίτες τουλάχιστον δώδεκα ελληνικών πόλεων είχαν μια συνεργασία, που όχι μόνο σπάνια ήταν, αλλά είχε και διάρκεια.


Καμπάσπη, η διακεκριμένη Λαρισαία εταίρα τού Αλέξανδρου, του John William Godward (1896)
-
● Μια περίφημη εταίρα από την Θράκη, που έζησε στη Ναύκρατι στον 6ο αιώνα ΠΚΧ, ήταν η Ῥοδῶπις (ροδομάγουλη), ή Δωρίχα. Κατά τον Ηρόδοτο, ήταν σκλάβα, μαζί με τον μυθοποιό Αίσωπο, με τον οποίο είχε κρυφή ερωτική σχέση. Ο αδελφός τής Σαπφώς, Χάραξος, πηγαίνοντας ως έμπορος στη Ναύκρατι, την ερωτεύτηκε παράφορα, κι εξαγόρασε την ελευθερία της, καταβάλλοντας μεγάλο χρηματικό ποσό. Η Σαπφώ, σε ποίημά της, την κατηγόρησε πως έκλεψε την περιουσία τού αδελφού της. Άλλοι εραστές της, επιμένουν οι Διόδωρος και Πλίνιος, της έχτισαν μέχρι και πυραμίδα! Η Ροδώπις απετέλεσε το πρότυπο, όπου βασίστηκε η αρχική εκδοχή τής ιστορίας τής Σταχτοπούτας, που κατέγραψε αργότερα ο Στράβων.
-
● Ένα προβεβλημένο τέκνο τής Ναυκράτεως υπήρξε ο Αθήναιος, ένας Έλληνας ρήτορας, γραμματικός, και γαστρονόμος, που έζησε τέλη τού 2ου και αρχές τού 3ου αιώνα ΚΧ. Το μόνο έργο του, που έχει εν πολλοίς διασωθεί, είναι η 15τομη σύνοψη των 30τομων Δειπνοσοφιστών (Ειδημόνων συμποσιαστών). Πρόκειται γι’ ανεκτίμητο θησαυρό πληροφοριών (τον έχουμε συμβουλευτεί επανειλημμένα), σχετικά με το φαγητό, τη μουσική, τα τραγούδια, τους χορούς, τις διασκεδάσεις, τις εταίρες, την πολυτέλεια. Οι συνδαιτυμόνες, που ήταν πλούσιοι, προστάτες τής τέχνης, ή και μελετητές, νομικοί, μουσικοί και άλλοι, περιγράφουν τον τρόπο ζωής, τις τέχνες, τις επιστημονικές γνώσεις των Ελλήνων. Συζητώντας περί κλασικών συγγραφέων, παραθέτουν αποσπάσματα από σχεδόν 800 συγγραφείς και 2500 έργα, πολλά από τα οποία έχουν χαθεί. Έτσι εξασφαλίζουμε πληθώρα πολύτιμων πληροφοριών για τον αρχαίο κόσμο και για πολλούς συγγραφείς, που θα μας ήταν διαφορετικά άγνωστοι.
-
● Επίσης Ναυκράτιος και σύγχρονος του Αθήναιου, λίγο μεγαλύτερός του, ήταν ο Ιούλιος Πολυδεύκης, που άκμασε περί το 180 ΚΧ, κι έφυγε πλήρης ημερών πάνω από τα 80 του. Υπήρξε γραμματικός και σοφιστής, λόγιος και ρήτορας, που τον διόρισε ο αυτοκράτορας Κόμμοδος στην έδρα τής ρητορικής στην Ακαδημία τής Αθήνας – λόγω της μελωδικής του φωνής, κατά πώς λέει ο Φιλόστρατος στους Βίους σοφιστών. Από τα περί ρητορικής έργα του δεν σώθηκε τίποτε. Το πολύτιμο σωζόμενο έργο του είναι το Ὀνομαστικόν, ένας δεκάτομος θησαυρός (λεξικόν) αττικών συνωνύμων και φράσεων, όχι σε αλφαβητική σειρά, αλλά κατά θέμα. Βρίσκουμε εκεί πολλές σπάνιες πληροφορίες για διάφορες όψεις τής αρχαιότητας – αντικείμενα της καθημερινής ζωής, θέατρο, μουσική, πολιτική – καθώς και περικοπές από πολλά μη σωζόμενα έργα. Έτσι ο Πολυδεύκης υπήρξε ανεκτίμητη πηγή πληροφοριών για τον William Smith, στο Λεξικό Ελληνικών και Ρωμαϊκών Αρχαιοτήτων (1842), και γι’ άλλους μελετητές (όπως και για τις Περιηγήσεις μας).
ΠΛΩΡΗ ΠΡΟΣ ΔΥΣΜΑΣ
“Η ΠΑΛΑΙΟΤΕΡΗ ΔΙΕΛΕΥΣΗ ΦΟΙΝΙΚΙΚΩΝ ΠΛΟΙΩΝ από το στενό τού Γιβραλτάρ, έγινε πιθανόν κατά τη γενική χρονική περίοδο, που οι Κεντροευρωπαίοι γεωργοί και κτηνοτρόφοι εισέρχονταν για πρώτη φορά στην περιοχή τής Κανταβρίας. Τα γεγονότα αυτά προηγήθηκαν της 1ης χιλιετίας π.Χ. Αργότερα, ίσως ήδη κατά τον 9ο αιώνα, και σίγουρα πριν από το τέλος τού 7ου αιώνα π.Χ., αναπτύχθηκαν οι εξερευνήσεις και οι εμπορικές συναλλαγές των Ελλήνων, ακολουθώντας το παράδειγμα της γειτονικής Φοινίκης. Οι επαφές αυτές μπορούν να παραλληλιστούν χρονικά με την επιτάχυνση των μετακινήσεων λαών και πολιτισμών μεταξύ Ανατολής και Δύσης, που σημειώθηκαν στον βορρά με την έλευση των Κελτών, οι οποίοι ενδεχομένως να εμφανίστηκαν στην Ιβηρία ήδη από το 900 π.Χ., ενώ η κύρια δύναμή τους έγινε αισθητή κατά τον 6ο αιώνα.(β) Καθώς οι περιοχές τής δυτικής Μεσογείου αναπτύσσονταν, κάτω από την επίδραση των δραστήριων κι επιθετικών Ελλήνων και Καρχηδονίων, μεταξύ 6ου και 3ου αιώνα π.Χ., η βόρεια Ιβηρία άλλαζε, υπό την επίδραση των Κελτών, που κατέφθαναν με καθυστέρηση διασχίζοντας τα Πυρηναία. Υπήρχε όμως διαφορά ανάμεσα στις πρώιμες επαφές στα μεσογειακά παράλια, κι εκείνες των Κεντροευρωπαίων στη βόρεια Ιβηρία. Αυτό που προσήλκυε τους ανθρώπους στα νότια παράλια, δεν ήταν το ενδεχόμενο εγκατάστασης, αλλά το εμπόριο… Ήταν το δέλεαρ των μετάλλων, που παρακινούσε τους πρώτους Έλληνες να διαβούν τα στενά τού Γιβραλτάρ και να φτάσουν στις δυτικές ακτές τής Ισπανίας.”
- (β) Οι Κέλτες (οι μόνοι Ινδοευρωπαίοι στην Ιβηρία) ζούσαν κυρίως στη Γαλικία, οι Κελτίβηρες στην Πορτογαλία και τη μισή Ισπανία, οι Ίβηρες στην άλλη μισή (Ανδαλουσία ως Καταλονία), και οι Βάσκοι στη ΒΑ Ισπανία (και ΝΔ Γαλλία).
ΕΠΑΦΕΣ ΣΤΑ ΔΥΤΙΚΑ ΠΑΡΑΛΙΑ ΤΗΣ ΙΒΗΡΙΑΣ
“Είναι πιθανόν οι παλαιότεροι γυρολόγοι πραγματευτές να έφτασαν πλέοντας προς βορρά στα δυτικά παράλια της Ιβηρίας, προκειμένου να έχουν απευθείας συναλλαγές με τη Γαλικία. Αν όντως το έκαναν, οι ακτές τής σημερινής Πορτογαλίας θ’ αποτελούσαν περιοχή αδιάφορη γι’ αυτούς, αφού η παρουσία τους δεν αναφέρεται σχεδόν πουθενά.(γ) Φαίνεται πως η Πορτογαλία τότε, όπως και σε τόσες άλλες χρονικές περιόδους πριν και μετά, ήταν έξω από τον κύριο ρου των εξελίξεων. Δεν διέθετε σημαντικά κοιτάσματα αργύρου, σαν τα ορυχεία τής Ανδαλουσίας, ούτε χαλκού ή κασσίτερου (με μικροεξαιρέσεις και στις δύο περιπτώσεις).(δ) Με τα μέταλλά της, η Ισπανία ήταν μαγνήτης για τους πρώτους εμπόρους, ενώ η Πορτογαλία προσήλκυε στην καλύτερη περίπτωση περιστασιακούς εμπόρους”…
- (γ) “Υπάρχουν μικροεξαιρέσεις. Όπως λ.χ. ο αιγυπτιακός σκαραβαίος τού 7ου αιώνα π.Χ., που βρέθηκε σε στρώμα πριν από την άφιξη των Κελτών στο Alcácer do Sal.”
- (δ) “Δεν γίνεται λ.χ. πουθενά μνεία για εκμετάλλευση από τους Καρχηδόνιους του χαλκού τού Alentejo, που κατόπιν εξόρυσσαν οι Ρωμαίοι στο Aljustrel. Μια και η νότια Πορτογαλία στο σύνολό της είναι φτωχή σε κασσίτερο, άργυρο και χρυσό, υπήρχαν ελάχιστα πράγματα εκεί να τους αποσπάσουν από την προσήλωσή τους σε μέρη όπως η Ανδαλουσία και η Murcia.”
ΟΜΟΙΟΓΕΝΕΙΑ ΤΗΣ ΙΒΗΡΙΚΗΣ ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ
“Όταν είχαν τις πρώτες τους επαφές με τη Δύση, οι παλαιότεροι Φοίνικες κι Έλληνες βρέθηκαν αντιμέτωποι με μια πολιτισμική περιοχή που είχε παρόμοια επί της ουσίας χαρακτηριστικά παντού. Εκτεινόταν κατά μήκος των μεσογειακών ακτών, πλαγιών, και παρακείμενων εσωτερικών κοιλάδων, από τα Πυρηναία ως τον ποταμό Γουαδιάνα… Με τη συνήθη τους διορατικότητα, οι Έλληνες αντιλήφθηκαν πως η περιοχή αυτή ήταν ουσιαστικά ομοιογενής, και πάρα πολύ διαφορετική πολιτισμικά από τα κέλτικα εδάφη τής ενδοχώρας και των περιφερειών στα βόρεια και τα δυτικά”…
ΠΑΛΑΙΟΤΕΡΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΟΜΑΔΕΣ ΚΑΙ ΣΥΓΧΥΣΗ ΟΝΟΜΑΤΩΝ

Φτερωτός γρύπας τής Ταρτησσού (700-575 ΠΚΧ)
“Αναμφισβήτητα, μια από τις σημαντικές ιβηρικές ομάδες ήταν εκείνη των Ταρτησσίων, πλούσιων αγροτών κι εμπόρων μετάλλων. Ήταν οι γνώσεις τους ως προς τις πηγές των μετάλλων, που τους έφεραν για πρώτη φορά σ’ επαφή με τους Φοίνικες και τους Έλληνες. Ήξεραν τις ακτές προς τα δυτικά και βορειοδυτικά τής πατρίδας τους, δεδομένου ότι ο κασσίτερος και ο χρυσός που συναλλάσσονταν προέρχονταν από τη Γαλικία. Ήταν επίσης σε θέση να διαθέσουν άργυρο, χαλκό και μόλυβδο, που προμηθεύονταν από τη λεκάνη τού ποταμού Γουαδαλκιβίρ. Φαίνεται πως εκείνην την εποχή, ο κασσίτερος ήταν το προϊόν με τη μεγαλύτερη σπουδαιότητα. Οι πρώτοι αιώνες τής προχριστιανικής χιλιετίας ήταν περίοδος μεγάλης αφθονίας στα παράλια της Γαλικίας. Το ότι ο πλούτος αυτός προερχόταν από τον κασσίτερο, συνάγεται, προφανώς, από το γεγονός πως οι Έλληνες χρησιμοποιούσαν τον όρο Κασσιτερίδες για να προσδιορίσουν την περιοχή. Ωστόσο, το ζήτημα ως προς την πρωταρχική πηγή τού κασσίτερου είναι αμφιλεγόμενο. Παρά την έλλειψη αρχαιολογικών στοιχείων, φαίνεται πιθανόν ότι, στα παλαιότερα χρόνια των συναλλαγών, προερχόταν από αλλούβιες αποθέσεις (προσχώσεις) στις όχθες των ποταμών τής Γαλικίας. Όμως, υπάρχει επίσης το ενδεχόμενο να συνεχίζονταν οι σχέσεις τής εποχής τού μπρούντζου με τη γαλλική Βρετάνη και τις Βρετανικές νήσους, και οι Γαλικιανοί να ήταν απλώς προμηθευτές κασσίτερου από αυτά τα μέρη. Αυτή η βασική ανάγκη των χρηστών μπρούντζου σπάνιζε στ’ άλλα μέρη τού φοινικικού και του ελληνικού κόσμου. Δεν υπήρχε κασσίτερος σε όλη την έκταση της Βόρειας Αφρικής, της Μικράς Ασίας, της Καυκασίας, της Κύπρου, της ηπειρωτικής Ελλάδας και των ελληνικών νησιών. Τα μεταλλεία τής Τοσκάνης ήταν μικρά. Δεν είναι ν’ απορεί κανείς για την ευημερία τόσο της Γαλικίας, όσο και των Ταρτησσίων, ή και για το τι ήταν αυτό που είχε προσελκύσει Φοίνικες κι Έλληνες στην περιοχή.”
“Ο κασσίτερος ήταν το προϊόν με τη μεγαλύτερη σπουδαιότητα. Αυτή η βασική ανάγκη των χρηστών μπρούντζου σπάνιζε στ’ άλλα μέρη τού φοινικικού και του ελληνικού κόσμου.” (Dan Stanislawski)
-
● “Οι Κασσιτερίδες είναι δέκα τον αριθμό και βρίσκονται η μια κοντά στην άλλη, στον ωκεανό βορείως των Artabri [Γαλικία].(ε) Το ένα νησί είναι έρημο, όμως τ’ άλλα κατοικούνται… Από μέταλλα, έχουν κασσίτερο και μόλυβδο, που τ’ ανταλλάσσουν με αγγεία, διάφορα άλλα σκεύη, και αλάτι. Στ’ αρχαία χρόνια, οι Φοίνικες των Γαδείρων μονοπωλούσαν την αγορά, κρατώντας μυστική την ρότα τους απ’ όλους. Κάθε φορά που άλλοι έμποροι προσπαθούσαν να εντοπίσουν αυτήν την αγορά, ακολουθώντας κάποιον [Φοίνικα] καπετάνιο, αυτός ζηλότυπα προσάραζε το πλοίο του στα αβαθή, αποπροσανατολίζοντας εκείνους που τον ακολουθούσαν, και οδηγώντας τους στην καταστροφή. Εγκαταλείποντας το ναυάγιο με μια βάρκα, αποζημιωνόταν για τις απώλειές του από το δημόσιο ταμείο.
- (ε) Κατά τον Στράβωνα, οι Artabri (ή Arrotrebae) ήταν αρχαία κέλτικη φυλή, που ζούσε στο ΒΔ άκρον τής Γαλικίας, κοντά στο ακρωτήρι Νήριον (το σημερινό Prior), όπου βρίσκεται το λιμάνι τού Ferrol. Στο Portus Magnus Artabrorum, στ’ αρχαία χρόνια (στον 1ο αιώνα ΠΚΧ, αλλά και παλαιότερα), μπορούσε ν’ αγοράσει κανείς ψάρια, ή και μέταλλα (άργυρο, χρυσό, κασσίτερο, σίδηρο), αλλά και άγρια άλογα. Ήταν το δέλεαρ των θαλασσοπόρων για να προσεγγίσουν την επικίνδυνη περιοχή, λόγω της τρικυμισμένης και απρόβλεπτης θάλασσας, όπου, όμως, υπήρχε αυτό το υπέροχο φυσικό λιμάνι, με τον μεγάλο κόλπο, και τις τρεις ρίες, ή αναχύσεις, των Ferrol, Betanzos (Brigantium), και Coruña, με τον Πύργο (φάρο) τού Ηρακλή. Υπήρχαν, πάντως, καθώς λέει ο Στράβων, αρκετά άλλα μικρότερα λιμανάκια. Από την πλευρά του, ο Κλαύδιος Πτολεμαίος αναφέρεται στη γαλικιανή φυλή των Lucenses, που είχαν πρωτεύουσα την πόλη Lucus Augusti (νυν Λούγο).
- (ς) Belerium, ή Bolerium, νυν Land’s End: ακρωτήριον στο δυτικόν άκρον τής Κορνουάλλης, το δυτικότερο σημείο τής Βρετανίας. Το κείμενο του Διόδωρου πολύ συχνά συνδέεται με το St. Michael’s Mount, στο άκρον τής Κορνουάλλης.
- (ζ) Ictis, ή Iktin: νησί που ο Διόδωρος περιγράφει ως κέντρο εμπορίας κασσίτερου, πέρα από τις νότιες ακτές τής Αγγλίας, χωρίς ακόμη να ξέρουμε την ακριβή του θέση. Πρόκειται ίσως για το St. Michaels Mount, ή για τη νησίδα Looe, στις ακτές τής Κορνουάλλης, που ήταν γνωστή και ως St. Michael’s, ή St. George’s Island.
“Εκείνοι που ζουν στην περιοχή τού βρετανικού ακρωτηρίου τού Belerium,(ς) λόγω των επαφών τους με τους εμπόρους, είναι πιο πολιτισμένοι κι ευγενικοί προς τους ξένους, συγκριτικά με τους υπόλοιπους. Αυτοί είναι οι παραγωγοί κασσίτερου… Αφού φτιάξουν τάλαντα [κασσίτερου], τα μεταφέρουν σε κάποιο νησί κοντά στην Βρετανία, ονόματι Ictis…(ζ) Από εκεί οι έμποροι μεταφέρουν τον κασσίτερο που αγόρασαν μέσω της Γαλατίας. Μετά από πεζοπορία τριάντα ημερών, με τα τάλαντα πάνω σε άλογα, παραδίδουν το εμπόρευμα στις εκβολές τού ποταμού Ροδανού.” (Διόδωρος Σικελιώτης, και Στράβων, 1ος αιώνας ΠΚΧ – 1ος ΚΧ).
● “Υπάρχουν δύο είδη μολύβδου, ο λευκός και ο μαύρος (plumbum album και nigrum). Ο λευκός είναι πολυτιμότερος: οι Έλληνες τον είπαν κασσίτερο… Ο λευκός μόλυβδος έχαιρε μεγάλης εκτίμησης ακόμη και κατά την εποχή τού Τρωικού πολέμου – γεγονός που πιστοποιείται και από τον Όμηρο, που τον αποκαλούσε ‘κασσίτερο’.
“Εξορύσσεται με σκληρή εργασία στην Ιβηρία, και οπουδήποτε στις γαλατικές επαρχίες, αλλά στην Βρετανία βρίσκεται στο πάνω στρώμα τού εδάφους, και σε τέτοια αφθονία, ώστε ένας άγραφος νόμος απαγορεύει την παραγωγή του απ’ οποιονδήποτε πάνω από μιαν ορισμένη ποσότητα.” (Πλίνιος, 1ος αιώνας ΚΧ)
ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΕΞΕΡΕΥΝΗΣΕΙΣ ΚΙ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ
“Τα παλαιότερα ελληνικά ταξίδια χρονολογούνται μάλλον κατά τον 9ο ή 8ο αιώνα π.Χ. Οι ναυτικοί που βρίσκονταν την εποχή εκείνη στη δυτική Μεσόγειο ήταν, κατά πάσα πιθανότητα, Ρόδιοι και Χαλκιδείς… Η γραμμή των ιωνικών ονομάτων, που εκτείνεται κατά μήκος των νησιών και των ακτών τής δυτικής Μεσογείου, ως τ’ ατλαντικά παράλια της Πορτογαλίας – τα ονόματα με την κατάληξη -ούσα – ανάγονται σε αυτήν την πρώιμη περίοδο. Τα εν λόγω ονόματα είναι σημαντικά για την χρονολόγηση της άφιξης των Ελλήνων στα δυτικά ύδατα. Σηματοδοτούν τη νησιωτική ρότα των παλαιότερων Ελλήνων θαλασσοπόρων. Ξεκινώντας από τη Συρακούσα στην ανατολική Σικελία, συνεχίζουν στα νησιά Ιχνούσα (Σαρδηνία), Μελούσα (Μινόρκα), Ρορνυούσα (Μαγιόρκα), και Πιτυούσα (Ίμπιζα). Τα τρία τελευταία, τα βρίσκει κανείς σε χάρτες ως Βαλεαρίδες, ή Πιτυούσες, ακόμη και τώρα. Τα εις -ούσα ονόματα εκτείνονταν προς τα δυτικά στα στενά τού Γιβραλτάρ και βορειότερα, στ’ ατλαντικά παράλια της Πορτογαλίας, στην Οφιούσα, την περιοχή τής Λισαβόνας, κι έτσι, η ευρύτερη έκταση της Πορτογαλίας συν τη Γαλικία μάλλον προσδιοριζόταν αόριστα ως Οφιούσα.”
-
● Βαλεαρίδες: είναι δυο συστάδες νησιών: οι Γυμνησίες (Μαγιόρκα και Μινόρκα) και οι Πιτυούσες (Ίμπιζα και Φορμεντέρα). Η λέξη Βαλεαρίδες προέρχεται από το ελληνικό Βαλλιαρεῖς, ή Βαλεαρεῖς (Baleares, στα λατινικά, από το βάλλω), καθώς οι νησιώτες ήταν όντως άσοι σφενδονήτες, υπηρετώντας ως μισθοφόροι Ελλήνων, Καρχηδονίων, και Ρωμαίων. Ο Στράβων, πάντως, θεωρούσε τη λέξη φοινικικής προέλευσης, ως το αντίστοιχο των ελαφρά οπλισμένων στρατιωτών, που οι Έλληνες ονόμαζαν γυμνῆτας, εξ ου και Γυμνησίαι (από το γυμνός). Αυτό δεν πάει να πει πως πολεμούσαν γυμνοί, αλλά πως χρησιμοποιούσαν πολύ πιο ελαφρύ οπλισμό από τους οπλίτες. Αντίθετα, κατά τον Λυκόφρονα, και στο ποίημά του, Αλεξάνδρα, το τοπωνύμιο αναφέρεται σε κάποιους Βοιωτούς ναυαγούς που η θάλασσα ξέβρασε γυμνούς στα νησιά (ιστορία εμφανώς κατασκευασμένη για να εξηγηθεί το όνομα), ή στους ίδιους τους νησιώτες, που ήταν συχνά γυμνοί (μάλλον λόγω ευνοϊκού κλίματος όλον τον χρόνο). Στις Γυμνησίες υπάρχουν μεγαλιθικά πέτρινα μνημεία (naveta, taula, και talaiot), τα οποία μαρτυρούν την παρουσία των ανθρώπων από πολύ παλιά στην προϊστορία. Είναι παρόμοια, χωρίς αναγκαστικά να σχετίζονται, με τα nuraghe τής Σαρδηνίας, και τα torri τής Κορσικής. Μια από τις παλαιότερες κουλτούρες τής Μινόρκας είχε δεχθεί επιρροές και από άλλους μεσογειακούς πολιτισμούς, σαν τον μινωικό. Οι νησιώτες εκείνης της εποχής λ.χ., μιμήθηκαν, κατά τα φαινόμενα, τους αντεστραμμένους βαμμένους ξύλινους κίονες που έχουν βρεθεί στην Κνωσό (ο Stanislawski, μάλλον, θα πει, πως πρόκειται για “περιστασιακό παραλληλισμό”, που δεν είναι αρκετά “πειστικός”)… Άλλη παράδοση λέει πως οι Βαλεαρίδες αποικίστηκαν από την Ρόδο, μετά από τον Τρωικό πόλεμο. Μερικές φορές οι Πιτυούσες (από τη λέξη πιτύα, πεύκο) αποκαλούνται στην καθομιλουμένη αγγλική ως Pine Islands, Νησιά τού Πεύκου, που είναι ταυτόσημο με το ελληνικό όνομα Πιτυοῦσσαι, “πευκοσκεπείς νήσοι”. Ο Κλαύδιος Πτολεμαίος τις κατέγραψε στη Γεωγραφία του με τα ονόματα Οφιούσις και Ήβυσσος, όπου υπήρχε και ομώνυμη πόλη. Είναι το λιμάνι Ibossim, που ίδρυσαν οι Φοίνικες το 654 ΠΚΧ, και το οποίο οι Ρωμαίοι αργότερα ονόμαζαν Ebusus, εξ ου Eivissa (στα καταλανικά), ή Ibiza (στα ισπανικά).
OI ΕΛΛΗΝΕΣ ΦΩΚΑΕΙΣ

Ηρόδοτος, του Jean-Guillaume Moitte (1806)
“Κατά τον Ηρόδοτο, ήταν οι Έλληνες από την πόλη τής Φώκαιας στη Μικρά Ασία οι πρώτοι που ταξίδεψαν στα νερά τής δυτικής Μεσογείου. Ίσως μοιάζει με θράσος η αμφισβήτηση των γεγονότων που παραθέτει ο πατέρας τής Ιστορίας, αλλά ο Antonio García (A. García y Bellido, Hispania Graeca [Ελληνική Ιβηρία]) το κάνει με πειστικό τρόπο. Οι Φωκαείς, λέει, έφτασαν αργά επί σκηνής, επωφελούμενοι από παλαιότερες ναυτιλιακές επαφές. Ούτε δέχεται την πληροφορία ότι το σημαντικό ταξίδι τού Κωλαίου τού Σάμιου ήταν αυτό με το οποίο οι Έλληνες ανακάλυψαν την Ταρτησσό. Το πολυδιαφημισμένο αυτό ταξίδι τού 7ου αιώνα, κατά την γνώμη του, ήταν απλώς ένα – αν και πιθανόν το πιο κερδοφόρο κι εντυπωσιακό μέχρι τότε – από τα πολλά ανάλογα ταξίδια που είχαν κάνει Ρόδιοι, Χαλκιδείς, Σάμιοι, και άλλοι.(η)
- (η) “Άλλη άποψη εκφράζει ο H. R. W. Smith, κάνοντας κριτική στην Hispania Graeca τού García. Ο Smith δεν απορρίπτει την θέση τού García, αλλά λέει ότι δεν βρίσκει κανένα λόγο να πιστέψει πως οι Φωκαείς έφτασαν στην Ταρτησσό πριν από την εποχή τού Αργανθώνιου, του Ταρτήσσιου βασιλιά που ήταν φιλικός προς τους Έλληνες, ή πριν από το ταξίδι τού Κωλαίου.”

Σάτυρος σε αγγείο τής Αλαλίας
“Όποιες και αν είναι οι χρονολογίες – και η αρχαιολογική έρευνα έχει πολύ δρόμο μπροστά της – οι Φωκαείς σίγουρα έγιναν οι πιο δραστήριοι και αποδοτικοί Έλληνες στην περιοχή. Ο αποικισμός τους είχε σφρίγος κι εύρος, και ήταν ο μοναδικός στη δυτική Μεσόγειο με διαρκή αποτελέσματα… Δεν έχουμε καμιά συγκεκριμένη ένδειξη πως η δραστηριότητά τους αυτή είχε σχέση με την παρακμή τής Τύρου, όμως υπάρχει κάποια χρονική σύμπτωση. Η Τύρος είχε αρχίσει να παρακμάζει προς τα τέλη τού 8ου αιώνα π.Χ., κάτι που έγινε εμφανές στη διάρκεια του επόμενου αιώνα. Τον καιρό εκείνο έγινε το ταξίδι τού Κωλαίου τού Σάμιου (650 π.Χ.), ιδρύθηκε από τους Φωκαείς η αποικία τής Μασσαλίας, η σημερινή Marseille (600 π.Χ., ή περίπου τότε), καθώς επίσης η Αλαλία στην Κορσική (640 π.Χ., ή περίπου 40 χρόνια πριν από τη Μασσαλία). Λίγο πριν από το τέλος τού αιώνα, ιδρύθηκε και η Μαινάκη, η δυτικότερη αποικία τής Φώκαιας, κοντά στη Μάλαγα.(θ)
- (θ) “Σε απόσταση το πολύ 20 μιλίων προς ανατολάς, λέει ο García, ενώ ο Smith θεωρεί πως ενδεχομένως να βρισκόταν πάνω-κάτω στις παρυφές τής σημερινής Μάλαγας.”
● Κάποιες χρονολογίες διαφέρουν. Η διαφορά στο ταξίδι τού Κωλαίου είναι ασήμαντη (650 αντί περί το 640 ΠΚΧ). Όμως, ο χρόνος ίδρυσης της Αλαλίας προηγείται κατά έναν σχεδόν αιώνα (640 αντί για 566 ΠΚΧ). Όπως και σε άλλες ανάλογες περιπτώσεις, ίσως η παλαιότερη χρονολογία να υποδηλώνει τη δημιουργία κάποιου προσωρινού εποχικού οικισμού, πριν από την ίδρυση πόλης.
“Ήταν ένας αιώνας στενών σχέσεων ανάμεσα σε Φωκαείς και Ταρτήσσιους. Η βασιλεία τού Αργανθώνιου της Ταρτησσού άρχισε στον 7ο π.Χ. αιώνα. Οι αρχαίες πηγές αναφέρονται στα 80 χρόνια που έμεινε στον θρόνο, αλλά πιθανότατα έχουν δραματοποιήσει à la ελληνικά μια δυναστεία, ή μια περίοδο, δημιουργώντας αυτήν την θρυλική μακροζωία ενός και μόνον κυβερνήτη. Είτε όμως έχουμε να κάνουμε μ’ έναν κυβερνήτη, ή με πολλούς, δεν αλλάζει το γεγονός πως οι επαφές ανάμεσα στην Ταρτησσό και την Φώκαια ήταν συχνές και στενές. Αυτή ήταν η περίοδος της κυριαρχίας τής Φώκαιας στις θάλασσες, τότε που ο Ταρτήσσιος βασιλιάς δάνεισε χρήματα στους Φωκαείς για την κατασκευή οχυρωματικών έργων, έτσι ώστε ν’ αντιμετωπίσουν την απειλή των Περσών.”
-
● Τ’ όνομα Αργανθώνιος, πιθανότατα, σχετίζεται με την ινδοευρωπαϊκή λέξη για τον άργυρο, και, συνεκδοχικά, το χρήμα. Η Ταρτησσός ήταν πολύ πλούσια σε ασήμι. Παρόμοια ονόματα εμφανίζονται σ’ επιγραφές τής ρωμαϊκής εποχής, ή και σε αργυρά νομίσματα της Γαλατίας. Ο Αργανθώνιος (γύρω στο 670–550 ΠΚΧ) κυβέρνησε την Ταρτησσό επί 80 χρόνια (πάνω-κάτω 630-550 ΠΚΧ), κι έφυγε πληρέστατος ημερών στα 120 του. Η μεγάλη του ηλικία, και η μακρά διάρκεια της βασιλείας του, πιθανόν να οφείλονται σ’ εναλλασσόμενους μονάρχες, με το ίδιο όνομα, ή τον ίδιο τίτλο, αν περί αυτού πρόκειται. Όπως και να έχει το θέμα, θα μπορούσε κάποιος ν’ αντιτείνει πως πέθανε… νεότατος, αν πάρουμε υπόψη πως, κατά τη Βίβλο, “όλαι αι ημέραι τού Μαθουσάλα ήσαν εννεακόσια εξήκοντα και εννέα έτη”: 969 χρόνια!
-
● Η μεγάλη πλάκα είναι ότι ουδείς τολμά να πει: Παραμύθια! Η ακόμα μεγαλύτερη, πως τόσοι καλοπροαίρετοι (και άλλοι τόσοι… κακοπροαίρετοι) σπάζουν το κεφάλι τους για να δικαιολογήσουν τ’ αδικαιολόγητα, αν και είναι γνωστό τοις πάσι: “ου μπλέξεις”… με τις χρονολογίες τής Βίβλου! Απολαύστε: είναι λάθη αντιγραφέων, ή μεταφραστών· λανθασμένες απόπειρες διόρθωσης λαθών· σκόπιμη επιμήκυνση των ηλικιών των πατριαρχών από τους “Εβδομήκοντα” (Ιουδαίους μεταφραστές τής Παλαιάς Διαθήκης στα ελληνικά), πολλαπλασιάζοντας επί 5, ή 10, ώστε να “ταιριάξουν” με την εποχή τού κατακλυσμού· σύγχυση μεταξύ “μηνών” και “ετών”· ή μεταξύ ηλιακών και σεληνιακών ετών· ή μεταξύ του σουμεριακού και του νέου τρόπου αρίθμησης· τα ονόματα δεν αναφέρονται σε άτομα, αλλά σε “δυναστείες” (όπως και στην περίπτωση του Αργανθώνιου). Δεν λείπουν, φυσικά, και οι… φονταμενταλιστές: τότε η διατροφή ήταν καλύτερη· ένας θόλος ατμού προστάτευε τότε τη γη· όσο πιο πολύ αμαρτάνουμε, τόσο ο Κύριος μας κόβει χρόνια…
ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΜΕΤΑΞΥ ΕΛΛΗΝΩΝ ΚΑΙ ΦΟΙΝΙΚΙΚΩΝ ΛΑΩΝ
ΣΤΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΟΥΣ ΜΕ ΤΗΝ ΙΒΗΡΙΑ
“Η περίοδος παρακμής τής Τύρου δεν ήταν σημαντική μόνο για τους Έλληνες της Ιωνίας, αλλά και για την αποικία τής Τύρου, την Καρχηδόνα. Κατά την εποχή τού αποικισμού των Φωκαέων, επεκτεινόταν και η Καρχηδόνα. Ήδη από το 653 π.Χ. είχε εγκαταστήσει αποικία στην Ίμπιζα των Βαλεαρίδων, που πλαγιοκοπούσε την ελληνική νησιωτική ρότα προς τη Δύση. Μετά από το 573 π.Χ. που η Τύρος έπεσε στα χέρια των Βαβυλωνίων, η Καρχηδόνα παρουσίαζε ολοένα μεγαλύτερες τάσεις ανεξαρτητοποίησης. Ο ανταγωνισμός για τα δυτικά μέταλλα οξυνόταν ανάμεσα στους δύο μεγάλους αντιπάλους, την Καρχηδόνα και την Ελλάδα. Είναι λογικό να υποθέσουμε πως η φιλία τού Αργανθώνιου (ή της δυναστείας του), που διαρκούσε εδώ κι έναν σχεδόν αιώνα, ήταν κάτι παραπάνω από απλή συμπάθεια και φιλοφροσύνη. Αντιπροσώπευε πιθανότατα μια μορφή συμμαχίας, στο πλαίσιο της οποίας οι Ταρτήσσιοι βοηθούσαν τους Φωκαείς στον αγώνα τους ενάντια στην απειλή που αντιμετώπιζε η μητρόπολή τους. Ως ανταμοιβή, οι Έλληνες στήριζαν τους Δυτικούς εναντίον τής αυξανόμενης επιθετικότητας της Καρχηδόνας και της φοινικικής αποικίας των Γαδείρων, που απειλούσαν την περιοχή τής Ταρτησσού. Σχεδόν από την εποχή τής ίδρυσης των Γαδείρων, οι Φοίνικες είχαν δείξει τις επεκτατικές τους τάσεις. Δεν πέρασε πολύς καιρός και άρχισαν να χρησιμοποιούν το νησί ως βάση επιθέσεων εναντίον της ηπειρωτικής χώρας και των Ταρτησσίων.
“Συνήθως οι Έλληνες δεν ήταν ούτε ειρηνικοί, ούτε φιλικοί προς τους γείτονες, όταν η προοπτική τού κέρδους ήταν εμφανής. Σε αυτό ελάχιστα διέφεραν από τους Φοίνικες. Ωστόσο, στις σχέσεις τους με τους Ταρτήσσιους, καθ’ όλες τις ενδείξεις, δεν είχαν καμιά επιθυμία να θέσουν υπό τον έλεγχό τους εδάφη και ανθρώπους, αλλ’ απλώς ήθελαν ν’ ανταλλάσσουν τα προϊόντα τους, ιδίως ελαιόλαδο και κρασί,(ι) με ταρτήσσια μέταλλα. Στην πραγματικότητα, η ιστορία των ελληνικών επαφών με τους Ίβηρες ήταν ιστορία φιλίας, και η φιλοξενία των Ιβήρων προς τους Έλληνες παροιμιώδης. Οι επιδιώξεις και των δυο λαών εξυπηρετούνταν από τις φιλικές συναναστροφές και την αλληλοϋποστήριξη ενάντια στον κοινό εχθρό, ιδιαίτερα αφότου αυξήθηκε η σπουδαιότητα της Καρχηδόνας και μεγάλωσαν οι φιλοδοξίες της. Η αποφασιστική σύγκρουση για την πλήρη κυριαρχία στην περιοχή ήταν αναπόφευκτη. Κι επιταχύνθηκε από τις εξελίξεις στην περιοχή τής ανατολικής Μεσογείου”…
- (ι) “Ο Pierson Dixon (Οι Ίβηρες της Ισπανίας), και ο Rhys Carpenter (Οι Έλληνες στην Ισπανία), δηλώνουν πως η ελιά και το αμπέλι εισήχθησαν στην Ισπανία από τους Έλληνες. Ο Ακράγας εξήγαγε ελαιόλαδο στην Καρχηδόνα κατά το πρώτο μισό τής 1ης χιλιετίας π.Χ. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως οι Έλληνες συναλλάσσονταν με κρασί στην Ιβηρία. Το κρασί από σταφύλια είναι πανάρχαιο στις χώρες τής ανατολικής Μεσογείου, και οι Φοίνικες υπήρξαν περίφημοι έμποροι κρασιού”…
● Γιατί τότε οι Καρχηδόνιοι αγόραζαν κρασί από Έλληνες, και όχι από Φοίνικες, τ’ αδέρφια τους; Προφανώς, επειδή ο Ακράγας ήταν πολύ κοντά; Για τους Καρχηδονίους εμπόρους, το κέρδος ήταν πολύ πιο σημαντικό από τη συγγένεια; Ή, ως συνήθως, γιατί το φοινικικό κρασί δεν άντεχε στη σύγκριση με το ελληνικό; Ή και για τα δυο;
“Η φιλία [με τους Έλληνες] ήταν μια μορφή συμμαχίας απέναντι στην αυξανόμενη επιθετικότητα Καρχηδόνας και Γαδείρων που απειλούσαν την Ταρτησσό. Από την αρχή οι Φοίνικες είχαν δείξει επεκτατικές τάσεις. Σύντομα άρχισαν τις επιθέσεις εναντίον των Ταρτησσίων…
.
“Η ιστορία των ελληνικών επαφών με τους Ίβηρες ήταν ιστορία φιλίας
και η φιλοξενία των Ιβήρων προς τους Έλληνες παροιμιώδης. Οι δυο
λαοί εξυπηρετούνταν από την φιλία και αλληλοϋποστήριξη ενάντια
στον κοινό εχθρό. Η αποφασιστική σύγκρουση ήταν αναπόφευκτη.”
(Dan Stanislawski)
Η ΑΠΟΙΚΙΑ ΤΗΣ ΑΛΑΛΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ
Ο DAN STANISLAWSKI στρέφει σε αυτό το σημείο την προσοχή του στις ιστορικές εξελίξεις στη Μικρασία: το 546 ΠΚΧ οι Πέρσες κατέλαβαν τη Λυδία και την Ιωνία, προκαλώντας τη “μαζική μετανάστευση ίσως και του μισού πληθυσμού τής Φώκαιας προς την κορσικανή αποικία τής Αλαλίας… Έφυγαν όλοι οι άνδρες τής πόλης που μάλλον είχε 5000 έως 7000 κατοίκους. Το μέγεθος του πληθυσμού υποδηλώνει τον μεγάλο αριθμό διαθέσιμων σκαφών, και υπογραμμίζει την εμπορική σημασία τής πόλης την εποχή εκείνη… Κάποια στιγμή μεταξύ 540 και 535 π.Χ.”, διεξήχθη η ναυμαχία τής Αλαλίας, με τα καταστροφικά αποτελέσματά της για τους Έλληνες και τους Ταρτήσσιους.
“Ίσως τότε η Καρχηδόνα ν’ απέκλεισε τα στενά τού Γιβραλτάρ, όπως λέει ο Carpenter. Αν και το πιθανότερο είναι τα στενά να ήταν αποκλεισμένα προ πολλού σε μεγάλο βαθμό, αλλά μετά από τη ναυμαχία είχε μπλοκαριστεί και ο χερσαίος δρόμος ανάμεσα στη Μαινάκη και την Ταρτησσό. Η ίδια η Μαινάκη καταστράφηκε από τους Καρχηδονίους προς τα τέλη τού αιώνα, ώστε να τερματιστεί η διακίνηση των εμπορευμάτων της και ο ανταγωνισμός της με τον καρχηδονιακό οικισμό στην θέση τής σημερινής Μάλαγας”…
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗ ΔΥΣΗ
“Όπως η Καρχηδόνα είχε κληρονομήσει τη δυτική αυτοκρατορία τής Τύρου, έτσι και η Μασσαλία έγινε κληρονόμος εκείνης που είχε δημιουργήσει η μητρόπολή της, η Φώκαια. Εδώ [στη Μασσαλία] μεταφέρθηκε το επίκεντρο του ελληνικού εμπορίου, με τον τερματισμό των επιχειρήσεων των θαλασσοπόρων Φωκαέων στα δυτικά τής Μεσογείου. Οι συναλλαγές μέσω της Γαλλίας με την Βρετάνη και πέρα από αυτήν ήταν αναμφίβολα σημαντικές ήδη από πριν για τους Μασσαλιώτες, αλλά τα εκεί τεκταινόμενα είχαν επισκιαστεί από το μεγαλύτερο δράμα τού αγώνα στο θέατρο της Μεσογείου. Κατά το τελευταίο μισό τού 6ου αιώνα π.Χ., περίοδο κατά την οποία οι Καρχηδόνιοι είχαν κατακτήσει πλήρη κυριαρχία στη Δύση, η ευημερία τής Γαλικίας – που υποθέτουμε πως στηριζόταν στον κασσίτερο – παρήκμασε. Αυτή η παρακμή οφειλόταν ενδεχομένως στην αλλαγή [τού “Δρόμου τού Κασσίτερου”], από την θαλάσσια οδό, μέσω των στενών [Γιβραλτάρ], σ’ εκείνον από τη Μασσαλία, μέσω των γαλλικών ποταμών, προς τα βορειοδυτικά, και τελικά προς την Βρετανία”…
Ο Dan Stanislawski παραθέτει τέσσερις πιθανές εξηγήσεις για την παρακμή τής Γαλικίας. Σημαντικότερη είναι μάλλον η δεύτερη:

Χρυσό κράνος τής εποχής τού μπρούντζου
από το Leiro τής Γαλικίας
“Πιθανότατα, οι Γαλικιανοί είχαν πάψει να είναι παραγωγοί για κάποιο χρονικό διάστημα, κι έγιναν προμηθευτές κασσίτερου από τη γαλλική Αρμορίκη ή τις Βρετανικές νήσους. Αν έτσι έχουν τα πράγματα, ο απευθείας χερσαίος δρόμος από τη Μασσαλία θα παρέκαμπτε το καρχηδονιακό μπλόκο, εξαλείφοντας τους Γαλικιανούς μεσάζοντες… Την ίδια πάνω-κάτω χρονική περίοδο αυξήθηκε το ενδιαφέρον γι’ ασήμι… καθώς οι Έλληνες της Μικράς Ασίας το αναζητούσαν μανιωδώς για την κοπή νομισμάτων… Ίσως τα πλουσιότερα αρχαία ορυχεία αργύρου να ήταν εκείνα της Μαστίας (ή Μασσίας), περιοχής που υπολειπόταν σ’ εμπορική σπουδαιότητα μόνον έναντι της Ταρτησσού. Η αρχαία ευημερία τής περιοχής και της σημαντικότερης πόλης της, που λεγόταν επίσης Μαστία (ή Μασσία), της μεταγενέστερης Νέας Καρχηδόνας, προφανώς στην θέση τής σημερινής Καρθαγένης, στηριζόταν για πολλούς αιώνες στην εξόρυξη αργύρου. Μεγάλες ποσότητες εξορύχτηκαν υπό την καθοδήγηση του Αννίβα στον 3ο αιώνα π.Χ., ενώ η επιχείρηση ήταν ακόμη ανθηρή κατά την εποχή τού Πολύβιου, στον επόμενο αιώνα.”
“Η παρακμή τής Γαλικίας οφειλόταν ίσως στην αλλαγή [τού Δρόμου
τού Κασσίτερου] από την θαλάσσια οδό, μέσω των στενών, σ’ εκείνον
από τη Μασσαλία, μέσω των γαλλικών ποταμών, προς Βρετανία”…
(Dan Stanislawski)
ΚΑΡΧΗΔΟΝΙΑΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΣΤΗ ΔΥΤΙΚΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟ
Μετά από τη ναυμαχία τής Αλαλίας “η ελληνική εμπορική δραστηριότητα στην Ιβηρία τερματίστηκε, και η Καρχηδόνα είχε πολύ λιγότερες αναστολές στην εξάπλωση του ελέγχου της. Η Ταρτησσός, που φοβόταν τους Καρχηδόνιους και είχε συμμαχήσει με τους Έλληνες, καταστράφηκε, μένοντας δίχως υποστήριξη.(ια) Στον επόμενο αιώνα, ως και 20.000 Ίβηρες μισθοφόροι μάχονταν στη Σικελία για λογαριασμό των Καρχηδονίων… Κέλτες υπηρετούσαν επίσης ως μισθοφόροι στις καρχηδονιακές δυνάμεις.
- (ια) “Αν τελικά δεν υπήρξε πόλη με αυτό το όνομα δεν είναι τόσο σημαντικό. Το σπουδαιότερο είναι πως η περιοχή στο σύνολό της τέθηκε υπό τον έλεγχο των Καρχηδονίων των Γαδείρων.” (Carpenter, Οι Έλληνες στην Ισπανία).

Διδώ (Ελίσσα, η πρώτη
βασίλισσα της Καρχηδόνας),
του Christophe Cochet (;)
“Οι Καρχηδόνιοι εξαρτιόνταν ολοένα και περισσότερο από τους μισθοφόρους τής χερσονήσου, όχι μόνον από τις παρυφές, αλλά και από το εσωτερικό της, μακριά από τα παράλια. Στα τέλη τού 3ου π.Χ. αιώνα, ο στρατός τού Αννίβα είχε στις τάξεις του Κελτίβηρες από τα βόρεια ηπειρωτικά, Γαλικιανούς από το βορειοδυτικό άκρο τής χερσονήσου, Λουζιτανούς από τα κεντρικά τής Πορτογαλίας, Οὐέττονες από τα μέσα τής ροής τού Τάγου – χωρίς με αυτούς να συμπληρώνεται ο κατάλογος. Ωστόσο, τα εν λόγω στρατεύματα κάθε άλλο παρά καθαρά μισθοφορικά ήταν. Πολλοί είχαν ενσωματωθεί δια της βίας στις καρχηδονιακές δυνάμεις… Κατά τους προηγούμενους αιώνες, οι Καρχηδόνιοι δεν φαίνεται να είχαν προκαλέσει εκτεταμένους ανταγωνισμούς στην Ιβηρία. Σε τοπικό επίπεδο μπορεί να είχαν υπάρξει ανταγωνισμοί, σαν και αυτούς που πιθανότατα προέκυψαν μεταξύ Καρχηδονίων και Ταρτησσίων, αλλά για τις φυλές τού εσωτερικού, οι Καρχηδόνιοι μπορεί να ήταν κι ευπρόσδεκτοι. Προσέφεραν την ευκαιρία να πολεμήσει κανείς επ’ αμοιβή. Μόνον αργότερα, όταν είχαν επεκτείνει την κυριαρχία τους και αυξήθηκαν οι ανάγκες τους για στρατεύματα, οι Καρχηδόνιοι άλλαξαν την τακτική τους σε σχέση με αυτές τις φυλές τού εσωτερικού, που από παλιά χρησίμευαν ως πηγή ανθρώπινου δυναμικού. Όταν ο Αννίβας, ευρισκόμενος σε απελπιστική κατάσταση, λόγω έλλειψης στρατευμάτων και υπό οικονομική πίεση, ενσωμάτωσε δια της βίας άνδρες των φυλών αυτών στον στρατό του, οι άλλοι αντέδρασαν και αντιστάθηκαν σθεναρά. Οι φυλές τού εσωτερικού ήταν πολεμοχαρείς. Μια ευκαιρία να πολεμήσουν επ’ αμοιβή δεν θα τους δυσαρεστούσε καθόλου, αλλά η αξίωση υποταγής και υποδούλωσης ήταν ζήτημα εντελώς διαφορετικό. Κατά τον Στράβωνα, αντιστάθηκαν στον Αννίβα, όπως έκαναν αργότερα, για τους ίδιους πάνω-κάτω λόγους, και στους Ρωμαίους.(ιβ)
- (ιβ) Ο μέγιστος Λουζιτανός ήρωας του αγώνα κατά των Ρωμαίων, ο Βιρίαθος, σκοτώθηκε το 139 ΠΚΧ με προδοσία. Οι δολοφόνοι ζήτησαν την αμοιβή τους από τους Ρωμαίους, αλλ’ αυτοί τους είπαν: “Η Ρώμη δεν πληρώνει τους προδότες που σκοτώνουν τον αρχηγό τους”!
“Παρ’ όλα αυτά, δεκάδες χιλιάδες μισθοφόροι ήρθαν σ’ επαφή με άλλες χώρες και με τους πολιτισμούς τής κεντρικής και ανατολικής Μεσογείου. Επειδή η διαδικασία αυτή συνεχιζόταν ήδη από τον 6ο αιώνα π.Χ., και πολλοί άνδρες είχαν επιστρέψει στην χερσόνησο, οι επιπτώσεις μάλλον ήταν σημαντικές στη νοοτροπία των λαών τής Meseta [του “Οροπεδίου”, στην “καρδιά” τής Ιβηρίας], ή ακόμη και μερικών από τις απομακρυσμένες δυτικές ακτές.”
-
● Στις σχέσεις της με τους μισθοφόρους, η Καρχηδόνα είχε ήδη έναν πόλεμο στο… παθητικό της: τον Μισθοφορικό, ή Λιβυκό πόλεμο (240–237 ΠΚΧ), αμέσως μετά από τον 1ο Καρχηδονιακό πόλεμο. Ήταν η εξέγερση των μισθοφόρων της, με την υποστήριξη των Λίβυων, λόγω της αδυναμίας της να τους πληρώσει, αφού έπρεπε πρώτα να καταβάλει τις τεράστιες πολεμικές αποζημιώσεις στην Ρώμη. Απέναντί της είχε μια “Λεγεώνα των Ξένων”, που αποτελούσαν Ίβηρες, Κελτίβηρες, Βαλεάροι, Λίγυρες, Κέλτες, Έλληνες, και άλλοι. Οι διμερείς διαπραγματεύσεις ήταν άκαρπες, λόγω έλλειψης εμπιστοσύνης, αλλά και της πολυγλωσσίας των μισθοφόρων, που καθιστούσε ανέφικτη την εξεύρεση της χρυσής τομής. Πολύ σύντομα, άρχισαν να “μιλούν” τα όπλα και οι μισθοφόροι κατέλαβαν την Τύνιδα. Απειλούμενη άμεσα, η Καρχηδόνα εξαναγκάστηκε σε συνθηκολόγηση, και δέχθηκε όλα τα αιτήματα των εξεγερμένων. Οι τελευταίοι, μ’ ενισχυμένη πια τη διαπραγματευτική τους θέση, άρχισαν να ζητούν όλο και περισσότερα, όπως λ.χ. να πληρωθούν οι Λίβυοι, που η Καρχηδόνα είχε στρατολογήσει, άρα δεν ήταν μισθοφόροι (ταυτόχρονα, όμως, δεν ήταν Καρχηδόνιοι πολίτες), όπως και άλλοι, σαν τους Νουμιδούς, ή τους δούλους που είχαν αποδράσει, και τώρα πολεμούσαν στο πλευρό τους. Η Καρχηδόνα, και πάλι, δεν είχε άλλη επιλογή: δέχθηκε τα πάντα…

Salammbô, του Alfons Mucha (1896), βάσει του ομότιτλου ιστορικού μυθιστορήματος του Gustave Flaubert (1862), που με τη σειρά του βασίστηκε στον Πολύβιο. Η ηρωίδα είναι κόρη τού Αμίλκα και ιέρεια, που την έχει ερωτευτεί παράφορα ο Μάθως…
-
Η αναμέτρηση θα είχε λήξει τότε, αν δυο μισθοφόροι διοικητές, ο Σπένδιος (ή Σπόνδιος), δούλος από την Καμπανία, και ο Βέρβερος Μάθως, από τη Λιβύη, δεν έπειθαν τους Λίβυους του στρατεύματος, πως η Καρχηδόνα θα έπαιρνε εκδίκηση για τη συμμετοχή τους στην ανταρσία, μόλις οι ξένοι μισθοφόροι πληρώνονταν κι έφευγαν για τις πατρίδες τους. Μαζί τους συμπαρατάχθηκαν διάφορες λιβυκές πόλεις και χωριά, αφού ο λαός τής χώρας είχε απηυδήσει από τον καρχηδονιακό ζυγό, και τελικά, το σύνολο των μισθοφόρων. Κάτι που είχε ξεκινήσει ως απλή “εργασιακή διένεξη”, απειλούσε τώρα μιαν αυτοκρατορία… Υστερώντας σε όλους τους τομείς – “έμψυχο υλικό”, χρήμα, εφόδια – και απροετοίμαστη, η Καρχηδόνα “παραπατούσε”, όσο ήταν επικεφαλής ο Άννων, ο “Μέγας”. Τελικά, η στρατηγία δόθηκε στον Αμίλκα Βάρκα, πατέρα τού Αννίβα, που κατόρθωσε να νικήσει, το 237 ΠΚΧ, αυτούς που κάποτε διοικούσε στη Σικελία, στις μάχες κατά των Ρωμαίων. Ο Αμίλκας χρησιμοποίησε έξυπνα τον “ψυχολογικό πόλεμο”, πήρε με την πλευρά του μέρος των αντιπάλων κι εξολόθρευσε τους υπόλοιπους στην αποφασιστική “Μάχη τού Πριονιού” – που δεν ήταν καν μάχη: απέκλεισε τους μισθοφόρους σε μια βαθιά χαράδρα, ώσπου αυτοί πέθαναν από την πείνα. Η βαρβαρότητα και οι θηριωδίες περίσσεψαν στον, κατά τον Πολύβιο, “ανηλεή”, “δίχως ανακωχή πόλεμο”, χωρίς κανόνες διεξαγωγής, τον “πιο βλάσφημο πόλεμο της ιστορίας”. Διαμελισμοί και βασανιστήρια εκατέρωθεν, σόκαραν ακόμη και τους ανθρώπους τής εποχής.
-
Μια μικρότερη εξέγερση μισθοφόρων στη Σαρδηνία κατεστάλη με τη βοήθεια της Ρώμης! Στον πόλεμο αυτό, η Ρώμη ήταν στο πλευρό τής Καρχηδόνας, για να είναι αυτή σε θέση να συνεχίσει την καταβολή των αποζημιώσεων! Άλλωστε, η Ρώμη θα καταλάμβανε μόνη της, λίαν συντόμως, τόσο τη Σαρδηνία, όσο και την Κορσική. Η Καρχηδόνα, χάνοντας τη Σικελία και τη Σαρδηνία, είχε πλέον μόνον την Ιβηρία ν’ απομυζά, για να μπορέσει να ορθοποδήσει. Αν ζούσε τότε ο Θουκυδίδης, θα είχε να γράψει πολλά… Όπως κι εμείς· παραλληλίζοντας τις σχέσεις Καρχηδονίων και μισθοφόρων, με τις σχέσεις των Αμερικάνων με τους μισθοφόρους τους (Οσάμα, Ταλιμπάν, Ισλαμικό κράτος). Ή για το ρατσιστικό μειονέκτημα τής Καρχηδόνας ν’ αποτελεί η ιθαγένειά της αποκλειστικό προνόμιο, κι έτσι να είναι υποχρεωμένη να στηρίζεται ολοένα και περισσότερο σε μισθοφόρους, αρνούμενη να παραχωρήσει πολιτικά δικαιώματα λ.χ. στους Λίβυους. Ήταν το πλεονέκτημα της Ρώμης, όταν ο Αννίβας, παρά τις νίκες του στην Ιταλία, στον 2ο Καρχηδονιακό πόλεμο, δεν ήταν σε θέση να διαρρήξει τους δεσμούς τής Ρώμης με τους συμμάχους της. Ή, τέλος, για το πόσοι “Μεγάλοι”, σαν τον Άννωνα, τον “ειρηνιστή” – λόγω προσωπικού συμφέροντος – είναι τελικά πολύ μικροί. Ο μόνος, μάλλον, απ’ όσους αναφέρω στα Χρονικά μας, που αξίζει, πράγματι, αυτό το προσωνύμιο, είναι ο Αλέξανδρος.

Κένταυρος: μπρούντζινο ειδώλιο από το Campo de Caravaca (Murcia), μάλλον φτιαγμένο στην Ελλάδα
(6ος αιώνας ΠΚΧ)
Ο DAN STANISLAWSKI, ΥΠΕΝΘΥΜΙΖΩ, ήταν αυτός που είχε απορρίψει το ενδεχόμενο της παρουσίας Μινωιτών στην Ιβηρία· αυτός που είχε “ξεχάσει” τους Μυκηναίους(!), αποδίδοντας στους Φοίνικες τον ρόλο τού εμπορικού μεσάζοντα, σε σχέση με τα αιγυπτιακά αρχαιολογικά ευρήματα στην Ισπανία – και μάλιστα, σ’ εποχή μυκηναϊκής κυριαρχίας στη Μεσόγειο (1400-1200 ΠΚΧ)· ήταν αυτός, επιπλέον, που είχε “λησμονήσει” και τα ελληνικά εμπόρια στην Αίγυπτο, πρωτίστως τη Ναύκρατι· αυτός που είχα κατηγορήσει, ως συνέπεια, πως φορά “φοινικικά μυωπικά γυαλιά”!
Για όλα αυτά, η “τρίτη ματιά” του στην Ιβηρία έχει πολύ μεγαλύτερη αξία για μας, αφού κάθε άλλο παρά προκατειλημμένη υπέρ των Ελλήνων είναι. Ιδίως όταν διαπιστώνουμε πως η αφήγησή του διαφέρει ελάχιστα από το ιστορικό πανόραμα των τριών τελευταίων Χρονικών: Ὅπερ ἔδει δεῖξαι, όπως θα έλεγε και ο Ευκλείδης! Απομένει ένα ακόμη, τελευταίο Χρονικό: θα ρίχνουμε άγκυρα σ’ εμπόρια, ή θα περιηγούμαστε σε ανάκτορα της Εγγύς Ανατολής, ώστε να διαγράψουμε τον κύκλο, επιστρέφοντας στην αφετηρία μας – σ’ ένα ταξίδι γεμάτο εκπλήξεις, καθώς θ’ ανταμώνουμε καθ’ οδόν περιοδεύοντες τεχνίτες, καλλιτέχνες, και μάστορες, “μέλη των Συντεχνιών των Αρχιτεκτόνων και των Ζωγράφων” – με την γραφή τους, την Γραμμική Α, να προβληματίζει, ωστόσο, τον περίφημο αρχαιολόγο Leonard Woolley…