Η MARIA GRACIETE BESSE για το “ARCHiPELAGOS”
Amélia Muge | Μιχάλης Λουκοβίκας
/PORTUGUÊS/ MARIA GRACIETE BESSE sobre ARCHiPELAGOS
/ENGLISH/ MARIA GRACIETE BESSE on ARCHiPELAGOS

Maria Graciete Besse: Πορτογαλίδα-Γαλλίδα συγγραφέας, ποιήτρια και καθηγήτρια
Συνάφεια στην πράξη
ARCHiPELAGOS / Passages (Αρχιπέλαγος / Δίαυλοι), Amélia Muge & Μιχάλης Λουκοβίκας, Periplus (Περίπλους)
Maria Graciete Besse, ομότιμη καθηγήτρια, Université de Paris IV – Σορβόννη
mariagraciete7@aol.com
Ο στοχασμός τού αρχιπελάγους είναι στοχασμός δόνησης, μη προκατάληψης, αλλ’ επίσης δεκτικότητας και κοινοποίησης.
Édouard Glissant
Δημιουργός, ερμηνεύτρια και συνθέτρια, η Amélia Muge είναι πολύ γνωστή στο πορτογαλικό πολιτιστικό παρόραμα για την ωραιότητα των στίχων της και των μουσικών της συνθέσεων. Γεννήθηκε στη Μοζαμβίκη κι εγκαταστάθηκε στην Πορτογαλία το 1984. Ο πρώτος της δίσκος, με τίτλο Múgica, κυκλοφόρησε το 1992, και ακολούθησε το Todos os dias μετά από δυο χρόνια. Κατά την καριέρα της, η Amélia Muge συνεργάστηκε τακτικά με τον José Mário Branco, τον Fausto, κ.ά., και της απονεμήθηκε το σπουδαίο βραβείο Zeca Afonso το 1995 για το Maio maduro Maio (από κοινού με τους José Mário Branco και João Afonso). Της ξαναδόθηκε το βραβείο αυτό το 1998 για το album Taco a Taco, κι ακολούθησαν άλλοι δίσκοι (A Monte, 2000; Não sou daqui, 2007), καθώς και πληθώρα συμμετοχών σε εθνικά και διεθνή φεστιβάλ. Στις μέρες μας, η δημιουργός συνεχίζει τις συνεργασίες με διάφορους ερμηνευτές, συνθέτοντας και για διάσημους τραγουδιστές τού fado, όπως τους Mísia, Camané, Ana Moura, Cristina Branco, και πολλούς άλλους.
Το 2009, η Amélia Muge γνωρίστηκε με τον Μιχάλη Λουκοβίκα, ερμηνευτή, συνθέτη και οργανοπαίκτη, καταγόμενο από την Θράκη, ειδικό σχετικά με τη σύγχρονη ελληνική μουσική, ιδίως το ρεμπέτικο.1 Η συνάντηση αυτή, υπό την αιγίδα τού Internet, αποδείχθηκε αμέσως καρποφόρα και συγκεκριμενοποιήθηκε σε διάφορα πρότζεκτ και στην έκδοση τριών δίσκων: ένα CD-βιβλίο στα πορτογαλικά και ελληνικά (2011), που εκθειάζει το έργο τού ποιητή Άρη Αλεξάνδρου, αναπτύσσοντας περαιτέρω μια προηγούμενη δουλειά τού Μιχάλη Λουκοβίκα, με τίτλο Το Χρυσάφι τ’ Ουρανού· κατόπιν ο Περίπλους / ελληνοπορτογαλικές περιηγήσεις (Periplus / Luso-Hellenic Wanderings, 2012), που θεωρήθηκε στην Πορτογαλία ως ένας από τους καλύτερους δίσκους τής χρονιάς· και πιο πρόσφατα, το Αρχιπέλαγος / Δίαυλοι (Archipelagos / Passages, 2018), που περιλαμβάνει ένα CD κι ένα eBook (ηλεκτρονικό βιβλίο), όπου μας αποκαλύπτεται μια μουσική και ποιητική περιπέτεια καθώς ξετυλίγεται μεταξύ Πορτογαλίας και Ελλάδας, αλλ’ ανοιχτή στον απέραντο κόσμο. Σε αυτήν τη δουλειά, οι δυο καλλιτέχνες εκθειάζουν το θέμα τού ταξιδιού διαμέσου διαφορετικών πολιτισμών και τοπίων, σε χρόνο πολλαπλό και χώρο ποικίλο – Πορτογαλία, Ελλάδα, Μακαρονησία, Νότια Αμερική, τα νησιά τής ουτοπίας –, προτείνοντάς μας μια ματιά που διασταυρώνεται, προικισμένη μ’ έναν πρωτότυπο ήχο που προεκτείνει τις συναρπαστικές ελληνοπορτογαλικές περιηγήσεις τού Περίπλου, προσφέροντάς μας τώρα κάποιους διαύλους οι οποίοι μας οδηγούν πέρα από τις περιπλανήσεις σε νέες διαστάσεις τής φαντασίας.
- 1 Είδος λαϊκού τραγουδιού που το χαρακτηρίζει η μουσική κληρονομιά τής Κωνσταντινούπολης και της Σμύρνης, το οποίο αναπτύχθηκε κυρίως στη δεκαετία τού 1920, ως συνέπεια των προσφυγικών κυμάτων από τη Μικρά Ασία.
Προικισμένος με εξαιρετική λογοτεχνική και μουσική ποιότητα, ο δίσκος Αρχιπέλαγος / Δίαυλοι απαρτίζεται από 28 διαδρομές σε 10 ξεχωριστές νησιωτικές ενότητες, αποτελώντας ένα έργο στη μορφή αρχιπελάγους. Ο όρος αυτός, όπως αποσαφηνίζεται στο eBook (Αρχιπαιδεία) που συνοδεύει το CD (με κείμενα στα πορτογαλικά, αγγλικά και ελληνικά), παραπέμπει σε μια έννοια που επικρατούσε στην αρχαία Ελλάδα, προσδιορίζοντας το Αιγαίο πέλαγος, υποδηλώνοντας κατόπιν τα Νησιά τού Αιγαίου, και τέλος, οποιαδήποτε συστάδα νήσων. Όμως η ιδέα τού αρχιπελάγους παρουσιάζει εξαιρετική πυκνότητα ποιητικών συνειρμών, καθώς συνδυάζεται, στο δυτικό συλλογικό φαντασιακό, με ουτοπίες περασμένων αιώνων όπου το νησί εμφανίζεται ως απομονωμένο. Μιλώντας περί αρχιπελάγους, ανακαλούμε την αρχαία κουλτούρα και, μετά από τον Hölderlin, όλον εκείνον τον ελληνικό, οικουμενικό και αθάνατο πολιτισμικό πλούτο. Κατά τον Saint-John Perse (1887-1975), έναν άλλο μεγάλο ποιητή που γοητεύτηκε από το νησιωτικό σύμπαν, πίσω από την φωτεινή οθόνη τού μεσογειακού χώρου, υπάρχει ένα ατμοσφαιρικό περιβάλλον και μια ψυχολογική βάση γονιμοποιημένη με αρχαία ιστορία και πολιτισμό. Και με αυτήν τη μαγική διάσταση αρχίζει ο δίσκος των Amelia Muge και Μιχάλη Λουκοβίκα, με την προσαρμογή ενός ποιήματος του Hölderlin.

Édouard Glissant, της Jennifer Dionisio
Στο επίκεντρο του λογοτεχνικού και μουσικού σύμπαντος που προσφέρει αυτή η δουλειά, μπορούμε άνετα να εντοπίσουμε την παραδειγματική ιδέα τής Συνάφειας, που ανέπτυξε ο Γάλλος ποιητής, συγγραφέας και φιλόσοφος Édouard Glissant (1928-2011), προτείνοντας μια ριζωματική ποιητική ανοιχτή στο Διαφορετικό στη συμβολή μεταξύ τόπου και κόσμου.2 Αναφορικά με τη διασταύρωση διαφορετικών πολιτισμών, η Συνάφεια αντανακλά έναν στοχασμό τού αρχιπελάγους, όπου τα νησιά δεν σηματοδοτούν πλέον την απομόνωση, καθώς ξανοίγονται στον όλον κόσμο, δηλαδή σε μια δύναμη που ακτινοβολεί, αντικρούοντας την ολοκληρωτική ιδέα τού αποκλεισμού και της μισαλλοδοξίας.3 Παρά τις γεωγραφικές και πολιτισμικές διαφορές, θεωρούμε πως στο Αρχιπέλαγος / Δίαυλοι υπάρχουν όντως απηχήσεις τού έργου αυτού του μεγάλου ποιητή τής Καραϊβικής, πρωτίστως στην αίσθηση μιας πορείας, μιας διαδρομής και μιας διασταύρωσης, που βρίσκονται στη βάση ενός στοχασμού ο οποίος απορρίπτει το όραμα ενός κλειστού, ενιαίου κόσμου, για να μας προτείνει τη διεγερτική παρουσία τού Διαφορετικού, που χαρακτηρίζεται από την ιδέα της κίνησης. Όμως, όπως έχει τονίσει επανειλημμένα ο Édouard Glissant, Συνάφεια δεν σημαίνει κάποιο συγκεχυμένο και άτακτο μίγμα πολιτισμών, στον βαθμό που το Διαφορετικό κατανοεί τις διαφορές οι οποίες υφίστανται, αλληλοπροσαρμόζονται, εναρμονίζονται. Κατά τον ποιητή, η Συνάφεια έχει αρχιπελαγική διάσταση, ανοιχτή στη δίοδο και τον όλον κόσμο, αντίληψη που επιτρέπει τη σύλληψη όχι μόνον της πολιτικής, αλλά και της ταυτότητας, της ηθικής, της γλώσσας και των διαφορετικών τρόπων στοχασμού. Κατά την άποψη του Glissant, το σχήμα τού στοχασμού τού αρχιπελάγους δεν οδηγεί στην αντίληψη μιας περιοχής οριοθετημένης κατά τα ευρωπαϊκά πρότυπα, επειδή το αρχιπέλαγος είναι ασυνεχές, αποκεντρωμένο. Με αυτήν την προοπτική, ο ποιητής-φιλόσοφος διακρίνει:
● τον ευρωπαϊκό στοχασμό που ταυτίζεται με το σύστημα, αλαζονικό, στηριγμένο στην αιτιώδη λογική που μπορεί να οδηγήσει στον πόλεμο·
● και τον στοχασμό τού αρχιπελάγους, που είναι ένας άλλος τρόπος στοχασμού, πιο διαισθητικός, πιο ευαίσθητος, ριζωματικός, συνδυασμένος με το απρόβλεπτο του χαοτικού κόσμου, νεολογισμός που χαρακτηρίζει όχι την αταξία μα το απρόβλεπτο.4
- 2 Κατά τον Édouard Glissant, η Συνάφεια είναι οτιδήποτε “συνάπτεται”. Poétique de la Relation. Poétique III, Παρίσι, Gallimard, 1990, σελ. 187.
- 3 Édouard Glissant, Traité du Tout-monde. Poétique IV, Παρίσι, Gallimard, 1997.
- 4 Κατά τον Édouard Glissant, η αντίληψη του “χαοτικού κόσμου είναι καλά προσδιορισμένη: πρόκειται για ένα πολιτισμικό μίγμα, που δεν περιορίζεται απλώς σ’ ένα χωνευτήρι, χάρη στο οποίο πραγματώνεται σήμερα ο κόσμος όλος.” Introdução a uma poética da diversidade, σε μετάφραση Enilce do Carmo A. Rocha, Juiz de Fora, Εκδόσεις UFJF, 2005, σελ. 98.
Κατά τον Glissant, ο στοχασμός τού αρχιπελάγους είναι και στοχασμός δόνησης, που ταιριάζει με την περιπλάνηση και ξανοίγεται στο μέλλον. Έτσι, το ρίγος, η δόνηση, είναι ό,τι αντικρούει τον στυγνό, μονοσήμαντο στοχασμό τού εαυτού μας χωρίς τον Άλλον, γράφει ο ποιητής, υπογραμμίζοντας ότι χρειάζεται να ριγούμε, επειδή ασφυκτιούμε εν μέσω συστημικών και αλαζονικών σκέψεων. Να προσθέσουμε πως χρειαζόμαστε, ολοένα και περισσότερο, χώρους επιφανείων, σαν και αυτούς που μας δίνουν για ν’ ακούσουμε οι Amélia Muge και Μιχάλης Λουκοβίκας σε αυτόν τον δίσκο, ο οποίος φιλοτεχνεί αρχιπελάγη πρωτοïδωμένα, κινητοποιεί μικτές κουλτούρες, απευθυνόμενος σε μια δυναμική απρόβλεπτων υποκειμενοποιήσεων που δηλώνουν ένα βλέμμα, μια φωνή, μια ανάσα, μια παράδοση που διατρέχουν πολλαπλοί δίαυλοι, ρευστές και δονούμενες αναμνήσεις, ώστε να στοχαστούμε την περιπλοκότητα του κόσμου, καλώντας μας επίσης να φανταστούμε τη Συνάντηση και να καλλιεργήσουμε την ελπίδα πέρα από κάθε μορφής ουτοπία.

Σουρρεαλιστική ενόραση του Αϊτινού ζωγράφου Vanex Florestant
Κατά τον Glissant, όπως και κατά την Amélia Muge και τον Μιχάλη Λουκοβίκα, το τοπίο δεν είναι απλώς ένα σενάριο αλλά ένας ενεργός χαρακτήρας στην Ιστορία. Χάρη στην ποιητική τής Συνάφειας, ένα μέρος τής φύσης, όπως το βλέπει το ανθρώπινο μάτι, δηλαδή ένα τοπίο που επιλέξαμε σύμφωνα με υποκειμενικές, συγκινησιακές και συναισθηματικές παραμέτρους, δεν υπάρχει μόνο σε οριζόντια προοπτική, αλλά παρουσιάζει κι ένα κάθετο βάθος που μας παρακινεί σε αναστοχασμό. Έτσι, ο πρώτος θεματικός άξονας του δίσκου προτάσσει μια σειρά τοπία που παραπέμπουν στην ωραιότητα της Ελλάδας τραγουδισμένη από τον Hölderlin, σε συνάρτηση με σπαράγματα του Ορέστη, της τραγωδίας τού Ευριπίδη, που συνέθεσε το 408 π.Χ., απηχώντας πόνο, με μια ερμηνεία στ’ αρχαία ελληνικά από τον Μιχάλη Λουκοβίκα και τον χορό. Κατόπιν εντοπίζουμε την παρουσία δυο διαφορετικών μουσικών κόσμων: τον χουρριτικό Ύμνο στη Νικάλ, που ανάγεται στο 1400 π.Χ. – ανεσκάφη στη Συρία στη δεκαετία τού 1950, στον αρχαιολογικό χώρο τής Ουγκαρίτ – και το Acordai (Ξυπνήστε), ένα ποίημα του José Gomes Ferreira, μελοποιημένο από τον Fernando Lopes-Graça στη δεκαετία τού 1940. Η ενότητα αρχίζει ως νανούρισμα που εκτείνεται από την αρχαιότητα ως τις μέρες μας για να αφυπνίσει την ευαισθησία και την ευφυΐα μας, κι επιβάλλεται ως τραγούδι διαμαρτυρίας. Παράλληλα με τη λογοτεχνική έρευνα γι’ αυτό το σημαντικό μουσικό έργο, μπορούμε να μιλήσουμε για μια ηθική και πολιτική διάσταση με την ευγενέστερη σημασία τού όρου.
Ο δίσκος αρχίζει με μια φωνή σοφίας που απαγγέλει τους στίχους τού Hölderlin (η μητέρα τής Amélia, στα 98 της) και τελειώνει με μια παιδική χορωδία, διαγράφοντας ένα δρομολόγιο που προεκτείνεται στο μέλλον.
Ο δίσκος Αρχιπέλαγος / Δίαυλοι μας προσκαλεί σ’ ένα ταξίδι σε πραγματικούς και φανταστικούς κόσμους, προτείνοντάς μας μια γεωγραφική, λογοτεχνική και πολιτισμική ρότα που συγκαλεί φωνές τόσο διαφορετικές όπως της Σαπφώς, του Ευριπίδη, του Hölderlin, του Pessoa, του José Gomes Ferreira, του Saramago, ή ακόμη της Hélia Correia, που βρίσκεται στο επίκεντρο όλου του CD. Αξιοσημείωτο είναι επίσης ότι ο δίσκος αρχίζει με μια φωνή σοφίας που απαγγέλει τους στίχους τού Hölderlin (η μητέρα τής Amélia, στα 98 της) και τελειώνει με μια παιδική χορωδία, διαγράφοντας έτσι ένα δρομολόγιο που προεκτείνεται στο μέλλον. Ο αρχαίος κόσμος και ο χώρος τής Μεσογείου, της κλειστής θάλασσας, ξανοίγονται στον Ατλαντικό και αναμιγνύονται με το σύμπαν τής Μακαρονησίας, που εισάγεται μ’ ένα παραδοσιακό τραγούδι των Καναρίων, σε συνδυασμό μ’ ένα τραγούδι των Αζορών και με ρυθμούς τού Πράσινου Ακρωτηρίου, αποτίοντας φόρο τιμής με ωραίο τρόπο στην Cesária Évora.

Cesária Évora, του Sersun
Παρατηρούμε επιπλέον πως όλην αυτήν τη δουλειά διατρέχει ένα θεμελιώδες ερώτημα του Hölderlin, που επικαλείται η Hélia Correia: “Άραγε τι χρησιμεύουν οι ποιητές μας στης ένδειας τις εποχές;” Αυτό το ερώτημα, γεμάτο μελαγχολία, που έθεσε το 1800 ο Γερμανός ρομαντικός ποιητής, υπογραμμίζει τη διάψευση των προσδοκιών όλων εκείνων που είδαν τα φώτα τής Γαλλικής Επανάστασης να σβήνουν με την τρομοκρατία. Ο Hölderlin, πάντως, δεν απευθύνεται ακριβώς σε όσους απομυθοποίησαν την Ιστορία, αλλά στους “εγκαταλελειμμένους από τον Θεό”, επιφέροντας την πνευματική πτώση, την έκλειψη της υπέρβασης. Καλό είναι, όμως, να θυμόμαστε πως, μετά από τρία χρόνια, ανέκυψε η απάντηση σε αυτό το ερώτημα, όταν ο Hölderlin υπογράμμισε τον ρόλο και την ευθύνη τού καλλιτέχνη, δηλώνοντας πως “οι ποιητές εδραίωσαν ό,τι κρατά στον χρόνο”. Στα μέσα τού 20ού αιώνα, ο Adorno, επικαλούμενος το έγκλημα κατά της ανθρωπότητας, αποφάνθηκε ότι θα ήταν βαρβαρότητα να γράφει κανείς ποίηση μετά από το Auschwitz. Όμως, η ποίηση κράτησε στον χρόνο, όπως ξέρουμε, και όπως καταδεικνύεται στη δουλειά τής Amélia Muge και του Μιχάλη Λουκοβίκα, που εκθειάζει λέξεις προερχόμενες από ποικίλους πολιτισμικούς ορίζοντες, θυμίζοντάς μας ότι το ερώτημα του Hölderlin μπορεί να τεθεί και πάλι στις μέρες μας, λόγω της απώλειας πολλών αξιών που άπτονται του σύγχρονου κόσμου.
Ο δίσκος Αρχιπέλαγος / Δίαυλοι, λοιπόν, εκθειάζει ένα πολλαπλό τοπίο, διασταυρώνει μνήμες, εγκαινιάζει έναν διάλογο με την γραπτή και προφορική παράδοση, μεταφράζει τον ρυθμό γλωσσών (πορτογαλικής, ελληνικής, ισπανικής, αγγλικής, κρεολικής), μας κάνει ν’ ακούμε την ανάσα που αποκαλύπτει την αρμονία, τον πόνο και τη βία τής Ιστορίας – είναι αξιοσημείωτο ότι σε μια από τις ωραιότερες ενότητες του δίσκου, η Amélia Muge βυθίζεται κυριολεκτικά στην μνήμη των λέξεων και τραγουδά Σαπφώ στ’ αρχαία ελληνικά, προσκαλώντας μας να ταξιδέψουμε στον χρόνο και να βρεθούμε αντιμέτωποι με τον πειρασμό τής σιωπής, προτού να επικαλεστεί ένα αγγλικό ποίημα του Fernando Pessoa, εμμένοντας στον ρυθμό των ωρών, δείχνοντας πως ο χρόνος μάs οδηγεί σε ό,τι ο Glissant αποκάλεσε χαοτικό κόσμο, όπου αντιμετωπίζουμε τον κλονισμό των επαφών, τις αναμίξεις πραγματικοτήτων πολύ διαφορετικών, τις ταυτότητες και τις κουλτούρες που αλληλοσχετίζονται, χωρίς να χάνουν κάτι από την πρωτοτυπία τους. Αυτός ο χαοτικός κόσμος κυριαρχείται από τη Μάγισσα Θάλασσα που αποδίδει στα ελληνικά ένας άλλος συνεργάτης τού CD, ο Ανδρέας Καρακότας, επικαλούμενος ένα απόσπασμα από τον προαναφερθέντα χουρριτικό Ύμνο στη Νικάλ και οδηγώντας μας σε μιαν Οδύσσεια, όπου ο Οδυσσέας βρίσκεται καθ’ οδόν από το νησί του, μετά από ένα μεγάλο ταξίδι σε άγνωστους τόπους. “Η Ιθάκη ήταν το παν”, λέει το ποίημα, αλλά δεν υπάρχει πια. Ο Οδυσσέας μεταμορφώθηκε σε αλλοδαπό με τη μορφή ενός ζητιάνου, ενός πρόσφυγα – ίσως θα λέγαμε σήμερα –, ενός μετανάστη, που η Ευρώπη προσβάλλει, αφήνοντάς τον να πεθάνει σε αυτό το τεράστιο νεκροταφείο που λέγεται Μεσόγειος. Μπαίνοντας σ’ έναν νέο θεματικό άξονα του δίσκου, βλέπουμε την αντιπαράθεση ουτοπίας και δυστοπίας, όπου περιλαμβάνεται και το απρόβλεπτο, που δεν αποκλείει τις περιπλανήσεις και μερικές φορές τον θάνατο, όπως συμβαίνει με τον Νικόλα τον ψαρά, που ερμηνεύει ο Μιχάλης Λουκοβίκας – τον ψαρά που περιμένει η μητέρα του, καθώς δεν ξέρει πως ο γιος της πνίγηκε στην θάλασσα.
Η ποιητική και μουσική ρότα, πάντως, ξανοίγεται στο όραμα μιας ουτοπίας, παραπέμποντας στο περίφημο νησί που επινόησε ο Thomas More το 1516, οι ρίζες τού οποίου φτάνουν ως τον Αριστοτέλη και τον Πλάτωνα. Η ουτοπία, όπως ξέρουμε, αντιπροσωπεύει κάτι τέλειο, αδιαχώριστο από τον επιδιωκόμενο σκοπό. Το πολιτικό νόημα της ουτοπίας σχετίζεται με κάποια φανταστική διακυβέρνηση που είναι αδύνατον να επιτευχθεί. Ο μετασχηματισμός τής ουτοπίας σε δυστοπία αποκαλύπτει έναν μελαγχολικό τροπισμό σχετικά με τον τρόπο που απεικονίζουμε τον χρόνο και την Ιστορία τη σημαδεμένη από την καταστροφή, όπου το όνειρο μπορεί να μετασχηματιστεί σε εφιάλτη (αυτήν την καταστροφή για την οποία μίλησε στις αρχές τής δεκαετίας τού 1930 ο Walter Benjamin, ο Γερμανοεβραίος φιλόσοφος, διαισθανόμενος την φρίκη τού Ολοκαυτώματος), ή στα παιδιά που χάθηκαν, που αποδίδει η Amélia Muge, σε μιαν ωραία προσαρμογή ενός παραδοσιακού θρακιώτικου ρυθμού, διασκευασμένου από τους António José Martins και Μιχάλη Λουκοβίκα.

Το ερώτημα που έθεσε ο Hölderlin (“Άραγε τι χρησιμεύουν οι ποιητές μας στης ένδειας τις εποχές;”), μπαίνει πλέον επιτακτικά, σαν λιτανεία, όταν διατυπώνεται με την φωνή τής Hélia Correia καθώς επικαλείται τον χαμό τής Ελλάδας, που την εγκατέλειψαν όλοι οι θεοί (κυρίως οι θεοί των Οικονομικών στην περίοδο της πρόσφατης κρίσης). Ο δυστοπικός εφιάλτης αποδίδεται με τη μουσική τού Beethoven, για την ακρίβεια την 2η κίνηση της Τρίτης Συμφωνίας, το Πένθιμο εμβατήριο, σε προσαρμογή τού Μιχάλη Λουκοβίκα, για να εκφράσει ό,τι η Hélia Correia περιγράφει στην Τρίτη Αθλιότητα (τίτλο ενός εξαίρετου βιβλίου ποίησης).5 Η “τρίτη αθλιότητα”, στην οποίαν αναφέρεται η Hélia Correia, είναι “κείνων που πια δεν ακούνε, δεν ρωτούνε… δεν θυμούνται”, και ανταποκρίνεται στην αποκτήνωση του κόσμου όπου ζούμε, που κατοικείται από ίσκιους, αυτού του κόσμου που έχει χάσει κάθε αίσθηση φιλοξενίας – Μιλάμε για ίσκιους είναι ο εύστοχος τίτλος αυτού τραγουδιού σε μια από τις ωραιότερες ενότητες του CD.
- 5 Hélia Correia, A Terceira Miséria, Λισαβόνα, Relógio d’Água, 2012 (έχοντας τον Παρθενώνα στο εξώφυλλο).
Ο επόμενος θεματικός άξονας αυτής της δουλειάς ασχολείται εν τέλει με το θέμα της ξενιτιάς με τη νοσταλγία που τροφοδοτεί το τραγούδι τού μετανάστη (Βασίλης Τσιτσάνης) όπου ακούμε απόηχους άλλων πολύ γνωστών σκοπών, την φωνή τής Violeta Parra, ή τους στίχους τής Rosalía de Castro, μελοποιημένους από τον José Niza κι ερμηνευμένους από τον Adriano Correia de Oliveira.
Καθώς ακούμε όλο αυτό το album, βλέπουμε πως η Συνάφεια παρουσιάζεται ως κάτι δυναμικό που αποκαλύπτει τον κόσμο στην μετάβασή του ανάμεσα στο εσωτερικό κι εξωτερικό, υποκειμενικό και αντικειμενικό, κοντινό και μακρινό. Αυτή η Συνάφεια, όπως διαβεβαιώνει ο Édouard Glissant, είναι μια γνώση με την έννοια του γνώθι σαυτόν μα και τους άλλους, όταν ο καλλιτέχνης ξανοίγεται στο δράμα τού κόσμου, αλλ’ επίσης μπορεί να σηματοδοτεί ένα σύμπαν που κάποιες φορές περιλαμβάνει και την ευθυμία – Alegria είναι ο τίτλος ποιήματος του José Saramago, που προσάρμοσαν η Amélia Muge και ο António José Martins, βάσει μιας σύνθεσης κι ενορχήστρωσης του Γιώργου Ανδρέου.
Το ποιητικό και μουσικό ταξίδι συγκλίνει τελικά σ’ ένα εγκώμιο της θάλασσας, έναν τόπο συνάντησης για να ξαναθυμηθούμε μια περίφημη cantiga de amigo (τραγούδι τού φίλου) του Martín Codax, Κύματα μύρια τού πελάγου / Κύματα της θάλασσας του Vigo, που ερμηνεύουν ο Μιχάλης Λουκοβίκας (στα ελληνικά) και η Amélia Muge (στα πορτογαλικά), με μια ρεμπέτικη μελωδία τού Παναγιώτη Τούντα – μια μουσική κατ’ εξοχήν τής Συνάφειας. Η τελευταία ενότητα του δίσκου Αρχιπέλαγος / Δίαυλοι προεκτείνεται στο μέλλον καθώς, όπως τραγουδά η Amélia Muge, “πάντα υπάρχει άλλο πλοίο να ’ρθείς” και “όλα είναι πιθανά”.

Promenade à Utopia, του Igor Bitman
Αυτή η αξιόλογη δουλειά τής Amélia Muge και του Μιχάλη Λουκοβίκα, να επιβεβαιώσουμε εν κατακλείδι, δεν αποσκοπεί στο να παρουσιάσει έναν στατικό κόσμο τυποποιημένης γνώσης, αλλά ξανοίγεται σ’ ένα σύμπαν σχέσεων και πιθανών αποκαλύψεων. Έτσι ανακαλύπτουμε τον κόσμο στην απρόβλεπτη ποικιλία του μέσω ενός ταξιδιού που διαρθρώνεται σε πολλαπλά δρομολόγια τα οποία διέρχονται από τόπους ζωντανούς στην μνήμη μας, χαράζοντας μια πορεία που παρακολουθεί τα δράματα της σύγχρονης δημοκρατίας, αλλά και το διαρκώς ανανεούμενο θαύμα τής ζωής, του μεγαλείου ενός τοπίου, του ρίγους τής ελπίδας. Το album επεξεργάζεται μια διαρκή Συνάφεια μεταξύ τού υποκειμένου, του κόσμου, της ποιητικής και μουσικής γραφής, της ουτοπίας και δυστοπίας, αντιστοιχώντας σε κάποιαν εμβληματική ρότα που μας οδηγεί να ξεπεράσουμε όλα τα σύνορα, όλα τα τείχη, να σχεδιάσουμε μιαν αρχιπελαγική νησιωτική γεωποιητική σαν κολιέ νησιών που “πάντοτε θα μας καλεί”, όπως ακούμε στο τελευταίο μέρος τού δίσκου. Για όλους αυτούς τους λόγους, θεωρούμε πως το Αρχιπέλαγος / Δίαυλοι αντανακλά υπέροχα την γκλισάντια ιδέα τής Συνάφειας, τροφοδοτούμενη από την κινητικότητα και τους διαύλους, που περιλαμβάνουν την αποκέντρωση, το ρίγος, τη δεκτικότητα στο Πολλαπλό και το Διαφορετικό, αλλά και μια πρόσκληση για έναν ηθικό και πολιτικό αναστοχασμό που μας προβάλλει σ’ ένα εφικτό μέλλον, και ο οποίος πρέπει να πάρει υπόψη τη γενναιοδωρία μιας φαντασίας ικανής να μετασχηματίσει τον κόσμο.
● Παρουσίαση του ARCHiPELAGOS / Passages στο Παρίσι, Fondation
Calouste Gulbenkian – Délégation en France, 7 Νοέμβρη 2018.
● Δημοσιεύτηκε στο Limite, Revista de Estudios Portugueses y de la
Lusofonía, Universidad de Extremadura, vol 12.2 / 2018.
● Απόδοση στα ελληνικά: Μιχάλης Λουκοβίκας
● Βλέπε επίσης: Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΝΔΡΕΟΥ για το “ΑΡΧΙΠΕΛΑΓΟΣ”
● καθώς και: Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΝΔΡΕΟΥ για τον “ΠΕΡΙΠΛΟΥ”

ARCHiPELAGOS Οι δημιουργοί: Γιώργος Ανδρέου | Μάνος Αχαλινωτόπουλος | Ludwig van Beethoven | Rosalía de Castro | Martín Codax | Hélia Correia | João de Deus | Ευριπίδης | José Gomes Ferreira | Friedrich Hölderlin | Fernando Lopes-Graça | Μιχάλης Λουκοβίκας | Γιώργος Μητσάκης | Amélia Muge | José Niza | Violeta Parra | Fernando Pessoa | Σαπφώ | José Saramago | Armando Soares | Παναγιώτης Τούντας | Βασίλης Τσιτσάνης | Ανώνυμος Χουρρίτης
Πυρήνας: Amélia Muge: φωνή, κιθάρα braguesa, κρουστά | Μιχάλης Λουκοβίκας: φωνή, ακορντεόν, ηχητικά εφέ | Μάνος Αχαλινωτόπουλος: κλαρίνο, φωνή | Κυριάκος Γκουβέντας: βιολί, βιόλα (5χορδο βιολί) | Χάρης Λαμπράκης: νέυ, φλογέρα με ράμφος | Maria Monda τρίο: Sofia Adriana Portugal, Susana Quaresma, Tânia Cardoso | Δημήτρης Μυστακίδης: κιθάρα, μπουζούκι, μπαγλαμά, τζουρά | Ricardo Parreira: πορτογαλική κιθάρα | António Quintino: κόντρα μπάσο | Filipe Raposo: πιάνο, ακορντεόν, συνθετητές | José Salgueiro: κρουστά
Special Guests: Hélia Correia & Maria José Muge: απαγγελία
Guests (αφιλοκερδώς προσφερθέντες): Mariana Abrunheiro: φωνή | Catarina Anacleto: τσέλο, φωνή | Teresa Campos: φωνή | Pedro Casaes: φωνή | José Manuel David: φωνή | Ana Dias: άρπα | Ανδρέας Καρακότας: φωνή | António José Martins: μουσικό κουτί, κρουστά | Catarina Moura: φωνή | Νιόβη Μπένου: παλαμάκια | Θωμάς Νάτσης: κιθάρα flamenco, παλαμάκια | Paló: φωνή | Κοσμάς Παπαδόπουλος: κλαρινέτο | Rita Maria: φωνή | Rui Vaz: φωνή | Κώστας Χανής: βιμπράφωνο
Επιπροσθέτως: Cramol, γυναικεία χορωδία τής Εργατικής Βιβλιοθήκης τής Oeiras | Ορχήστρα Νυκτών Εγχόρδων ‘Θανάσης Τσιπινάκης’ Δήμου Πατρέων | Παιδική χορωδία, διεύθ. Catarina Anacleto: Santiago Fantasia, Gabriel Leite, Sophia Van Epps, Ana Pita, Marta Semblano, Patrícia Arens Teixeira
Like this:
Like Loading...